Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο
Εικόνα
23:10 | 12/07/2016

Δημοσιεύουμε κείμενο του Αντιστράτηγου ΕΛ.ΑΣ. ε.α. κ. Ν. Μπλάνη* που δημοσιεύτηκε στη σελίδα στο facebook του policenet.gr

 

Διαβάστε επίσης

Διαβάζουμε τελευταία δημοσιεύματα για τα «έργα και τις ημέρες του κ. Τόσκα…», στα οποία μνημονεύονται μια σειρά περιστατικών, που απασχόλησαν τις αστυνομικές δυνάμεις. Και εδώ τίθεται το ερώτημα: Ποιος έχει την ευθύνη για τις αναφερόμενες πράξεις;

Ως γνωστόν, ο Υπουργός Δημόσιας Τάξης (άρθρο 3 ν.2800/2000) είναι αρμόδιος για «τη χάραξη της πολιτικής δημόσιας τάξης» στο πλαίσιο της κυβερνητικής πολιτικής και «κατευθύνει», «εποπτεύει», «συντονίζει» και «ελέγχει» τη δράση των Σωμάτων και Υπηρεσιών του Υπουργείου, με τις οποίες ασκεί τις αρμοδιότητές του. Ο Γενικός Γραμματέας (άρθρο 4) βοηθά τον Υπουργό στην άσκηση των αρμοδιοτήτων του και ασκεί τις αρμοδιότητες που προβλέπονται από τον νόμο ή του μεταβιβάζει ο Υπουργός.

 

Τι σημαίνουν όμως οι ανωτέρω όροι και τα ρήματα ; Σύμφωνα με την άποψη του εισηγητού της πλειοψηφίας Ι. ΚΑΡΑΚΩΣΤΑ (Συνεδρίαση ΠΑ΄ της 9-2-2000 ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΒΟΥΛΗΣ σελ. 3940) : «Το «κατευθύνει» σημαίνει ότι δίνει γενικές κατευθύνσεις για την υλοποίηση του έργου που αφορά τη δημόσια τάξη. Το «εποπτεύει» σημαίνει ότι το εποπτικό έργο του Υπουργού συνίσταται στο να παρακολουθεί και να επιβλέπει την εκτέλεση του έργου χωρίς φυσικά να επεμβαίνει στις λεπτομέρειες άσκησης αυτού του έργου. Το «συντονίζει» σημαίνει ότι ενεργεί έτσι ώστε να επιτυγχάνεται η εναρμόνιση, δηλαδή, η εύρυθμη λειτουργία των δραστηριοτήτων των σωμάτων και των υπηρεσιών. Τέλος, το «ελέγχει» σημαίνει ότι έχει τη δυνατότητα ο Υπουργός εκ του νόμου να εξετάζει αν το έργο αυτό εκτελείται σύμφωνα με τη χαραχθείσα γενική πολιτική της άσκησης της δημόσιας τάξης. Αυτά σημαίνουν οι τέσσερις όροι που αναφέρονται στο νομοσχέδιο και δεν δημιουργούν καμιά παρεξήγηση ή παρερμηνεία ότι ο Υπουργός μπορεί να επεμβαίνει στο καθ΄ αυτό έργο αστυνομικό και επιχειρησιακό, των αστυνομικών υπηρεσιών. Συνεπώς ο Υπουργός με βάση τις συζητούμενες διατάξεις του νομοσχεδίου, δεν έχει αρμοδιότητες επέμβασης στο καθαρά διοικητικό, εκτελεστικό και επιχειρησιακό έργο του Αρχηγείου της ΕΛ.ΑΣ. Επομένως, οι αιτιάσεις ότι έγινε κάποιο οργανωτίστικο νομοσχέδιο δεν ευσταθούν. Το νομοσχέδιο είναι μια τομή στο προϋπάρχον σύστημα της Αστυνομίας, άρα υπάρχει ο διαχωρισμός από το νόμο και από κει και πέρα υπάρχει το θέμα της πρακτικής εφαρμογής. ΄Οσον αφορά το Γενικό Γραμματέα του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης, ο Γενικός Γραμματέας είναι πολιτικό όργανο και όχι κομματικό, όπως λέχθηκε στην επιτροπή. Λειτουργεί μέσα στα συνταγματικά και θεσμικά πλαίσια του πολιτικού μας συστήματος. Επομένως παίρνει εντολές και κατευθύνσεις από τον Υπουργό, ο οποίος εκφράζει και εφαρμόζει την πολιτική της Κυβέρνησης στο θέμα της δημόσιας τάξης».

Κατά τις απόψεις όμως της αντιπολίτευσης, αλλά και άλλων Βουλευτών υπάρχει πρόβλημα με δεδομένη την έλλειψη ενός επιτελείου στο Υπουργείο (πρόσφατα με τις διατάξεις του π.δ.79/2011 συστήθηκε Επιτελική Μονάδα, η οποία αναβαθμίστηκε με τις διατάξεις του άρθρου 1 του ν.4249/2014, πλην όμως έχει προκαλέσει σύγχυση αρμοδιοτήτων και γραφειοκρατία;;;) και την άσκηση των αρμοδιοτήτων αυτού μέσω των Σωμάτων και Υπηρεσιών του. Ειδικότερα παρατηρήθηκαν τα εξής : «Δεν έχετε όμως, κύριε Υπουργέ, ένα επιτελείο του Υπουργού, το οποίο θα συζητάει μαζί του, θα τον συμβουλεύει για να μπορεί να έχει άποψη και γνώση του τι συμβαίνει στην Αστυνομία ! Η οποιαδήποτε «παρέμβαση» την οποία θέλει να κάνει ο Υπουργός στην Ελληνική Αστυνομία, την κάνει μέσω των κλάδων, οπότε όταν έχει τη δυνατότητα ο Υπουργός, όπως είναι διατυπωμένο το σχετικό άρθρο αλλά και το επόμενο άρθρο, το άρθρο 3, εποπτεύει, συντονίζει και ελέγχει τη δράση των σωμάτων και των υπηρεσιών όχι με ένα επιτελείο που θα έχει δίπλα του και το οποίο θα το συμβουλεύει, αλλά απευθείας δια παρεμβάσεων στους αρχηγούς, στους επικεφαλείς των τμημάτων, των διευθύνσεων, οπουδήποτε έχει τη δυνατότητα παρέμβασης, «νουθέτησης» επί παντός επιστητού. Όχι υπηρεσιακά, προσωπικά ο ίδιος μπορεί να παρεμβαίνει. Το ίδιο μπορεί να κάνει και ο Γενικός Γραμματέας, σύμφωνα με τη διατύπωση του επόμενου άρθρου, ο οποίος βοηθά τον Υπουργό – εννοείται πως είναι το δεξί του χέρι – και ο οποίος, όπως είναι διατυπωμένο το άρθρο, έχει την ευθύνη για την εύρυθμη λειτουργία των σωμάτων και υπηρεσιών του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης και ασκεί τις αρμοδιότητες που προβλέπει για αυτόν ο νόμος ή του μεταβιβάζει ο Υπουργός» (ΧΡ. ΜΑΡΚΟΓΙΑΝΝΑΚΗΣ, Πρακτικά, ο.π., σελ. 3941).

 

Και ακόμη : «Το άρθρο 3 του νομοσχεδίου είναι εκείνο, κύριοι συνάδελφοι, το οποίο δημιουργεί τεκμήριο αρμοδιότητας υπέρ του εκάστοτε Υπουργού, με αποτέλεσμα να μην εξασφαλίζεται ούτε η αναγκαία ευελιξία, αλλά και η αποτελεσματικότητα, αφού δεν θα υπάρχει ευελιξία, του Αρχηγού της Αστυνομίας. Και απευθύνομαι σε κάθε καλοπροαίρετο, για να ρωτήσω : Δεν δημιουργεί τεκμήριο αρμοδιότητας η διατύπωση ότι ο Υπουργός Δημόσιας Τάξης, εκτός του ότι χαράσσει την πολιτική στο πλαίσιο της κυβερνητικής πολιτικής, κατευθύνει, εποπτεύει, συντονίζει και ελέγχει τη δράση των σωμάτων και υπηρεσιών του Υπουργείου με τις οποίες ασκεί τις αρμοδιότητές του. Αυτά, αγαπητοί συνάδελφοι, τα συγκεκριμένα ρήματα που χρησιμοποιεί η διατύπωση του άρθρου 3 του νομοσχεδίου είναι εκείνα τα οποία θεμελιώνουν το τεκμήριο αρμοδιότητας υπέρ του εκάστοτε Υπουργού και βεβαίως και υπέρ του γενικού γραμματέα, ο οποίος θα αναλαμβάνει αρμοδιότητες κατόπιν εκχωρήσεως εκ μέρους του Υπουργού. Αλλά το σκοπούμενο, η ευελιξία, η μεταφορά, δηλαδή, αρμοδιοτήτων από το Υπουργείο και η απαλλαγή από ένα συγκεντρωτισμό, ο οποίος παράγεται συνεπεία της δομής του Υπουργείου, δεν θα εξασφαλισθεί. Αντιθέτως, θα έχουμε ένα Αρχηγείο, θα έχει ικανοποιηθεί η σχετική διεκδίκηση και το σχετικό αίτημα κάποιων αστυνομικών ότι υπάρχει το Αρχηγείο της Αστυνομίας, αλλά εκείνο που επιδιώκουμε ως αποτέλεσμα δεν εξασφαλίζεται, κύριε Υπουργέ» (Φ. ΚΟΥΒΕΛΗΣ, Πρακτικά, ο.π. σελ. 3943).

Τέλος παρατηρήθηκε ότι : «΄Οσα περισσότερα όργανα εμπλέκονται στην άσκηση της εξουσίας στο συγκεκριμένο χώρο, τόσο λείπει το αρμονικό πνεύμα που πρέπει να έχει η ιεραρχία και να καθορίζεται ο γενικός προσανατολισμός, η ευθεία γραμμή στην εξέλιξη της υπηρεσίας. Η παρεμβολή του Γενικού Γραμματέα αποτελεί τη συνέχεια του ίδιου του προβλήματος. Δεν αλλάζει το σχήμα στη βάση του. Αυτή είναι η αλήθεια. Θα μπορούσε και υπάρχει παρόμοια ρύθμιση με εκείνη που ισχύει τις ΄Ενοπλες Δυνάμεις. Διαφέρουν βεβαίως στην αποστολή τους τα Σώματα Ασφαλείας, εμπλέκονται μέσα στην κοινωνία που δεν εμπλέκονται οι ΄Ενοπλες Δυνάμεις και όλα αυτά τα συναφή. Αλλά θα μπορούσε να ρυμουλκήσει το σχήμα των Ενόπλων Δυνάμεων σε μια σχετική τουλάχιστον εξομοίωση προς τις ΄Ενοπλες Δυνάμεις. Εξηγούμαι. ΄Οποιος γραμματικά αναλύει τις διατάξεις του άρθρου 3 και του άρθρου 4 θα δει ότι υπάρχουν δυο πολιτικά καπέλα πάνω από την αστυνομική ιεραρχία. Διαιωνίζεται, δηλαδή, το μέχρι σήμερα ισχύον καθεστώς. Επομένως, η επιδιωκόμενη ευελιξία, που είναι βασικό στοιχείο για την αποστολή των Ενόπλων Δυνάμεων, αν δεν εξακολουθεί να έχει τη γνωστή δυσκαμψία, ελάχιστα βήματα γίνονται για τη θεσμική της εξασφάλιση» (ΚΥΡ. ΣΠΗΡΙΟΥΝΗΣ, Πρακτικά, ο.π. σελ. 3945).

 

Οι νέες διατάξεις ήλθαν να αντικαταστήσουν αυτές του άρθρου 32 του ν. 1481/1984 (Α΄- 152), σύμφωνα με τις οποίες «Ο Υπουργός Δημόσιας Τάξης προΐσταται όλων των Υπηρεσιών του Υπουργείου και κατευθύνει, συντονίζει, εποπτεύει και ελέγχει τη δράση τους. Ο Αρχηγός ασκεί τη διοίκηση της Ελληνικής Αστυνομίας και είναι άμεσα υπεύθυνος απέναντι στον Υπουργό για την άσκηση των καθηκόντων του». Και οι διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 11 του ν.2800/2000 ορίζουν ότι ο Αρχηγός της Ελληνικής Αστυνομίας «ασκεί τη διοίκηση του Σώματος» και ότι το Αρχηγείο «επικουρεί τον Υπουργό Δημόσιας Τάξης στην άσκηση των αρμοδιοτήτων του».

Όπως παρατηρούμε από τη συγκριτική ανάλυση των δύο διατάξεων οι νέες ρυθμίσεις ευνοούν την αναγκαία διοικητική και λειτουργική αυτοτέλεια της Ελληνικής Αστυνομίας, αφού πέραν από τη σύσταση του Αρχηγείου, δεν χρησιμοποιούν τον όρο «προΐσταται» των Υπηρεσιών για τον Υπουργό Δημόσιας Τάξης, αλλά αντιθέτως ομιλούν για «χάραξη της πολιτικής δημόσιας τάξης, στο πλαίσιο της κυβερνητικής πολιτικής», πράγμα το οποίο αποτελεί συνταγματική επιταγή κατά την έννοια των διατάξεων των άρθρων 26 παρ. 2 και 82 του Συντάγματος και θεμελιώδη λειτουργία της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Την «διοίκηση» του Σώματος της Αστυνομίας και την «επιχειρησιακή» τακτική και στρατηγική διαχειρίζεται ο Αρχηγός αυτού.

 

*Νικόλαος Αθ. Μπλάνης
Αντιστράτηγος Αστυνομίας ε.α.
Επίτιμος Προϊστάμενος Κλάδου Οργάνωσης
και Ανθρώπινου Δυναμικού Α.Ε.Α./Υ.Δ.Τ.
Πτυχιούχος Νομικής Σχολής Αθηνών

 

 

Policenet.gr © | 2025 Όροι Χρήσης.
developed by Pixelthis