Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο
Posted by SAKIS82 on Τετ, 04/16/2014 - 14:10
γνωρίζει κανείς εάν απαιτείται άδεια για εγκατάσταση παιχνιδιών με κερματοδέκτη σε καφετέριες,λούνα παρκ,παιδότοπους κλπ;
Greek

Υποβλήθηκε από nikitas2022. Ημερομηνία: Δευ, 04/21/2014 - 11:16 Μόνιμος σύνδεσμος

Στις παρ. 1 και 2 του άρθρου 4 του Ν. 2206 της 18/20.04.1994 (ΦΕΚ 62, Τ. Α΄) προβλέπονται τα ακόλουθα:

[i][b]1.[/b] Απαγορεύεται σ[b]ε κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο υπό οποιαδήποτε ιδιότητα[/b], είτε έναντι ανταλλάγματος είτε όχι, μεμονωμένα ή σε συνεργασία με οποιοδήποτε άλλο, [b]εκτός αν λάβει άδεια[/b], σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου, να πράττει οτιδήποτε από τα ακόλουθα:
α) Να θέτει σε λειτουργία, διατηρεί ή εκθέτει προς διεξαγωγή παιχνιδιού οποιοδήποτε μέσο ή υλικό διεξαγωγής παιχνιδιού ή [b]μηχάνημα με νομίσματα[/b] για την απόκτηση χρηματικού κέρδους.
β) Να εισπράττει άμεσα ή έμμεσα οποιαδήποτε αμοιβή, αντάλλαγμα, ποσοστό ή μερίδιο των χρημάτων ή αντικειμένων που διακυβεύονται κατά τη διάρκεια παιχνιδιού ή κατά τη λειτουργία μέσου ή υλικού διεξαγωγής παιχνιδιού ή [b]μηχανήματος με νομίσματα οποιουδήποτε είδους[/b].
γ) Να επιτρέπει ή ανέχεται τη λειτουργία, διατήρηση ή έκθεση οποιουδήποτε μέσου ή υλικού διεξαγωγής παιχνιδιού ή[b] μηχανήματος με νομίσματα οποιουδήποτε είδους[/b], έναντι χρημάτων ή περιουσιακών αντικειμένων, εντός της κατοικίας του ή καταστήματος εργασίας του ή κλειστού ή υπαίθριου χώρου, του οποίου έχει την κυριότητα, νομή ή κατοχή. Δεν απαγορεύεται η διατήρηση μέσου ή υλικού διεξαγωγής παιχνιδιού από οποιοδήποτε φυσικό πρόσωπο εντός της κατοικίας του αποκλειστικά για διακοσμητικούς σκοπούς.
δ) Να πωλεί, παραχωρεί, εκμισθώνει, διανέμει ή παραδίδει τη χρήση οποιουδήποτε μέσου ή υλικού διεξαγωγής παιχνιδιού, [b]συμπεριλαμβανομένων των μηχανημάτων με νομίσματα[/b] για την απόκτηση χρηματικού κέρδους.
[b]2. [/b]Οι απαγορεύσεις των προηγούμενων παραγράφων του παρόντος άρθρου ισχύουν και προκειμένου για[b] πλοία ή πλωτά ναυπηγήματα[/b] με ελληνική ή ξένη σημαία κάθε τύπου και χωρητικότητας, εφόσον αυτά βρίσκονται σε λιμάνια ή σε εσωτερικά ή χωρικά ύδατα της ελληνικής επικράτειας.
Σε επιβατηγό πλοία που εκτελούν διεθνείς πλόες διάρκειας άνω των δώδεκα (12) ωρών επιτρέπεται, μετά από άδεια του Υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας, η λειτουργία καζίνου κατά τη διάρκεια του εκτός των ελληνικών χωρικών υδάτων τμήματος του πλου, σύμφωνα με τους όρους, τη διαδικασία και τις προϋποθέσεις που καθορίζονται κάθε φορά με απόφαση του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας.
[u][/u]
[/i]
Στην παρ. 5 του ιδίου άρθρου προβλέπεται ότι:

[i]Όποιος παραβιάζει τις διατάξεις των παραγράφων 1, 2 και 4 του παρόντος άρθρου τιμωρείται με [b]χρηματική ποινή[/b]: από 600 ευρώ μέχρι και 1.500.000 ευρώ. Σε περίπτωση υποτροπής τα ποσά αυτά μπορούν να διπλασιαστούν.[/i]

Οπότε μιλάμε ξεκάθαρα για[b] πλημμεληματικές παραβάσεις[/b].

Τελος, σχετικά με την[b] κατάσχεση των μηχανημάτων (αλλά και των χρημάτων - αφού στην κατωτέρω διάταξη προβλέπει και τα προϊόντα αυτών)[/b] στην παρ. 8 του ιδίου άρθρου προβλέπεται ότι:

[i]Τα μέσα, υλικά και υλικοί φορείς πληροφοριών που χρησιμοποιήθηκαν για την τέλεση των παραπάνω αξιόποινων πράξεων ή τα προϊόντα από αυτές [b]δημεύονται[/b].[/i]

Σαν σχετική - με το υπό συζήτηση θέμα - παραθέτω την ακόλουθη νομολογία:
[b] ΑΠ 860/2005:[/b] Αυτουργός του ως άνω εγκληματος (δηλ. του αρθ. του Ν. 2206/1994) είναι αυτός που θέτει σε λειτουργία, διατηρεί ή εκθέτη προς διεξαγωγή παιγνιδιού μηχάνημα με νόμισμα, [b]χωρίς άδεια[/b], η οποία χορηγείται με τις διατάξεις του νόμου αυτού.

Υποβλήθηκε από sheriff. Ημερομηνία: Τρί, 04/22/2014 - 07:18 Μόνιμος σύνδεσμος

Συμφωνώ απόλύτως με όλα τα παραπάνω.

Το σημαντικό που πρέπει να κρατήσουμε (για τους σχετικούς ελέγχους) είναι ότι η ιδιότητα των [b]παιχνιδομηανημάτων με κέρμα ως τυχερών [u]δεν αποτελεί [/u]στοιχείο της αντικειμενικής υποστάσεως του εγκλήματος που προβλέπεται στις διατάξεις του άρθρου 4 παρ. 1 εδ.α’ και 5 του Ν.2206/1994) [/b]. Δηλαδή η παράβαση υφίσταται και σε είδη παιχνιδιών που δεν χαρακτηρίζονται ως τυχερά.

Παραθέτω την ανωτέρω αναφερόμενη (από τον holmes) απόφαση του Αρείου Πάγου στην οποία [b]αναφέρεται ρητά[/b] η ανωτέρω θέση.

[i]Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Στυλιανό Μοσχολέα, Αντιπρόεδρο, Θεόδωρο Μπάκα, Σταμάτιο Γιακουμέλο, Νικόλαο Συρόπουλο και Μιχαήλ Δέτση-Εισηγητή, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 15 Φεβρουαρίου 2005, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Αποστόλου Οικονόμου (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και του Γραμματέα Χρήστου Πήτα, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος-κατηγορουμένου Δ. Τ. του Μ., κατοίκου Ν.Ιωνίας Αττικής, που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Εμμανουήλ Στρατή, για αναίρεση της 24867/2003 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημ/κείου Αθηνών. Το Τριμελές Πλημ/κείο Αθηνών με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ΄ αυτή, και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 5 Ιουλίου 2003 αίτησή του, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1485/2003.

Αφού άκουσε

Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Επειδή, κατά το άρθρο 4 παρ.1 εδ.α’ Ν.2206/1994 «απαγορεύεται σε κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο υπό οποιαδήποτε ιδιότητα, είτε έναντι ανταλλάγματος είτε όχι, μεμονωμένα ή σε συνεργασία με οποιαδήποτε άλλο, εκτός αν λάβει άδεια, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου, να θέτει σε λειτουργία, διατηρεί ή εκθέτει προς διεξαγωγή παιχνιδιού οποιοδήποτε μέσο ή υλικό διεξαγωγής παιχνιδιού ή μηχάνημα με νομίσματα για την απόκτηση χρηματικού κέρδους», κατά δε την παρ. 5 του ίδιου άρθρου, ο παραβάτης της διατάξεως αυτής τιμωρείται με χρηματική ποινή από διακόσιες χιλιάδες (200.000) δραχμές μέχρι πεντακόσια εκατομμύρια (500.000.000) δραχμές. Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι για τη θεμελίωση της αντικειμενικής υποστάσεως του εν λόγω εγκλήματος απαιτείται όπως ο δράστης (αυτουργός) θέτει σε λειτουργία, διατηρεί ή εκθέτει προς διεξαγωγή παιχνιδιού οποιοδήποτε μέσο ή υλικό διεξαγωγής παιχνιδιού ή μηχάνημα με νομίσματα, χωρίς άδεια, η οποία χορηγείται σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου αυτού. Υποκειμενικώς, πλην του βασικού δόλου, αναφορικώς προς την πράξη, ο οποίος συνίσταται στη γνώση (έστω και με την έννοια της αμφιβολίας) των στοιχείων αυτής και τη θέληση ή αποδοχή πραγματώσεως της αντικειμενικής υποστάσεως του εν λόγω εγκλήματος, απαιτείται επιπροσθέτως ο δράστης να επιδιώκει την απόκτηση χρηματικού κέρδους. Επίσης, κατά το άρθρ. 6 παρ. 1 και 4 της ΑΙΒ 8577/1983 Υγειονομικής Διατάξεως «για την ίδρυση και λειτουργία καταστήματος... απαιτείται άδεια της οικείας Αστυνομικής Αρχής, χορηγούμενη με σύμφωνα γνώμη της αρμόδιας Υγειονομικής Επιτροπής ή αν δεν προβλέπεται από το νόμο τέτοια Επιτροπή, της αρμόδιας Υγειονομικής Υπηρεσίας, ότι πληρούνται οι όροι των σχετικών υγειονομικών διατάξεων», ενώ, κατά το άρθρο 55 της ίδιας υγειονομικής διατάξεως, ο παραβάτης της διατάξεως αυτής διώκεται και τιμωρείται σύμφωνα με το άρθρο 3 του ΑΝ 2520/1940, όπως έχει αντικατασταθεί με άρθρο μόνο του Ν.290/1943, που κυρώθηκε με την 303/1946 Π.Υ.Σ., αν από άλλες διατάξεις νόμων ή διαταγμάτων δεν προβλέπεται βαρύτερη ποινή. Εξ άλλου, η καταδικαστική απόφαση έχει την απαιτούμενη από τα άρθρα 93 παρ.3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠοινΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ’ ΚΠοινΔ λόγο αναιρέσεως, όταν εκτίθενται σ’αυτήν με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά που αποδείχθηκαν από την ακροαματική διαδικασία και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος, για το οποίο κηρύχθηκε ένοχος ο κατηγορούμενος, οι αποδείξεις από τις οποίες αυτά προέκυψαν, καθώς και οι σκέψεις με τις οποίες έγινε η υπαγωγή των περιστατικών αυτών στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόστηκε. Τέλος, περίπτωση εσφαλμένης εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διατάξεως, ιδρύουσα τον από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ.Ε’ ΚΠοινΔ λόγο αναιρέσεως, υπάρχει όταν το δικαστήριο δεν υπάγει σωστά τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε ότι αποδείχθηκαν στη διάταξη που εφαρμόστηκε, αλλά και όταν η διάταξη αυτή παραβιάστηκε εκ πλαγίου, για το λόγο ότι έχουν εμφιλοχωρήσει στο πόρισμα της απόφασης που περιλαμβάνεται στο συνδυασμό αιτιολογικού και διατακτικού και ανάγεται στα στοιχεία και την ταυτότητα του εγκλήματος, ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος από τον ‘Αρειο Πάγο ο έλεγχος της ορθής ή μη εφαρμογής του νόμου, οπότε η απόφαση στερείται νόμιμης βάσης..

Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από το σκεπτικό της προσβαλλόμενης απόφασης σε συνδυασμό με το διατακτικό της, τα οποία ως αποτελούνται ενιαίο σύνολο, παραδεκτώς αλληλοσυμπληρώνονται, το Τριμελές Πλημμελειοδιείο Αθηνών, που δίκασε κατ' έφεση, δέχθηκε ότι από τα αποδεικτικά μέσα, τα οποία κατ' είδος αναφέρει, αποδείχθηκαν κατά την αναιρετικώς ανέλεγκτη περί πραγμάτων κρίση του, τα εξής πραγματικά περιστατικά: Στον Περισσό Αττικής, στις 22-11-1998 ο κατηγορούμενος Δ. Τ. (αναιρεσείων), ως ιδιοκτήτης του επί της οδού Α. Σ., αριθ.* καφενείου : 1) καταλήφθηκε να έχει θέσει σε λειτουργία τέσσερα (4) ηλεκτρονικά μηχανήματα διεξαγωγής τυχερών παιγνίων με νομίσματα για την απόκτηση χρηματικού κέρδους, ήτοι δύο ηλεκτρονικές συσκευές GOLDEN REAL MAGIK, μία ηλεκτρονική ρουλέτα και μία ηλεκτρονική πόκα (POKER), αν και τούτο απαγορεύεται και 2) με πρόθεση παρέβη την υπ’ αριθ. ΑιΒ 8577/1983 Υγειονομική Διάταξη και ειδικότερα, με την προαναφερόμενη ιδιότητά του προέβη στην επέκταση και σε ουσιώδη τροποποίηση των υγειονομικών όρων λειτουργίας του ως άνω καφενείου, καθόσον καταλήφθηκε να έχει επεκτείνει αυτό σε παρακείμενο ισόγειο χώρο 40 τ.μ. περίπου, διαμορφωμένο ειδικά σε αίθουσα ψυχαγωγίας με ηλεκτρονικά παίγνια, αντί να λειτουργεί αυτό ως καφενείο, όπως προβλέπεται στην άδεια λειτουργίας του, χωρίς προηγουμένως να έχει εφοδιασθεί από την αρμόδια αρχή με την απαιτούμενη νέα άδεια λειτουργίας.

Με βάση τις παραδοχές αυτές, το Τριμελές Πλημμελειοδικείο διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφασή του την απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει σ’αυτήν με σαφήνεια πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις τα αποδειχθέντα από την ακροαματική διαδικασία πραγματικά περιστατικά, τις αποδείξεις από τις οποίες πείσθηκε, καθώς και τις σκέψεις, με τις οποίες υπήγαγε τα περιστατικά που δέχθηκε στις ανωτέρω ουσιαστικές ποινικές διατάξεις που εφάρμοσε, χωρίς να παραβιάσει αυτές εκ πλαγίου με ασαφείς ή αντιφατικές διατάξεις που καθιστούν ανέφικτο τον αναιρετικό έλεγχο. Ειδικότερα, αιτιολογεί πλήρως η προσβαλλόμενη απόφαση την περί ενοχής του κατηγορουμένου κρίση της για αμφότερες τις αξιόποινες πράξεις, αφού δέχεται, αφενός μεν ότι ο κατηγορούμενος με την ιδιότητά του, ως ιδιοκτήτης καφενείου, καταλήφθηκε να έχει θέσει σε λειτουργία τέσσερα ηλεκτρονικά μηχανήματα με νομίσματα για την απόκτηση χρηματικού κέρδους χωρίς νόμιμη άδεια, αφετέρου δε, ότι με πρόθεση είχε επεκτείνει το χώρο του καφενείου (για τον οποίο η αρχική άδεια λειτουργίας) σε παρακείμενη ισόγεια αίθουσα δίχως νέα άδεια λειτουργίας, ώστε η τελευταία να περιλάβει και την αίθουσα αυτή. Η ειδικότερη αιτίαση του αναιρεσείοντος, ότι η προσβαλλόμενη απόφαση δεν αιτιολογεί κατά ποία διαδικασία ή δυνάμει ποίων υπουργικών αποφάσεων τα προαναφερθέντα τέσσερα ηλεκτρονικά μηχανήματα κατέστησαν τυχερά, στηρίζεται επί εσφαλμένης προϋποθέσεως,[u] [b]καθόσον η ιδιότητα αυτών ως τυχερών δεν αποτελεί στοιχείο της αντικειμενικής υποστάσεως του παραπάνω εγκλήματος (άρθρο 4 παρ. 1 εδ.α’ και 5 του Ν.2206/1994)[/b][/u], εκ περισσού δε αναφέρεται στην απόφαση ότι τα προαναφερθέντα ηλεκτρονικά μηχανήματα είναι «διεξαγωγής τυχερών παιγνιών». Το ίδιο ισχύει και για την άλλη αιτίαση, κατά την οποία τα δικάσαν κατ' έφεση δικαστηρίου δεν περιέλαβε καμμιά αιτιολογία επί του υποβληθέντος αυτοτελούς ισχυρισμού, ότι η παρακείμενη αίθουσα ήταν μισθωμένη από τη Σ. σύζυγο Κ. Χ., με την οποία αυτός ουδεμία απολύτως σχέση είχε, δεδομένου ότι επρόκειτο για αρνητικό της κατηγορίας (υπερασπιστικό) ισχυρισμό. Επίσης και αναφορικά με τη δεύτερη αξιόποινη πράξη, δεν χρειάζεται η απόφαση για την πληρότητα της αιτιολογίας της να διευκρινίζει, επί πλέον, αν η παλαιά άδεια του καφενείου ανακλήθηκε ή έληξε. Συνεπώς, οι εκ του άρθρου 510 παρ.1 στοιχ.Δ’ και Ε’ λόγοι αναιρέσεως, κατά το μέρος που υποστηρίζουν τα αντίθετα, πρέπει να απορριφθούν, ως αβάσιμοι, ενώ, κατά το λοιπό περιεχόμενό τους, με το οποίο πλήττουν απλώς την αναιρετικώς ανέλεγκτη επί της ουσίας κρίση του Δικαστηρίου, πρέπει να απορριφθούν ως απαράδεκτοι. Επειδή, από τις διατάξεις των άρθρων 329, 331 παρ.2, 333, 364 και 369 ΚΠοινΔ, σε συνδυασμό με εκείνη του άρθρου 171 παρ.1 εδ. δ’ του ίδιου Κώδικα, προκύπτει ότι η λήψη υπόψη από το δικαστήριο της ουσίας για το σχηματισμό της κρίσεώς του, ως προς την ενοχή του κατηγορουμένου, εγγράφων, που δεν αναγνώσθηκαν στο ακροατήριο, επιφέρει απόλυτη ακυρότητα της διαδικασίας ιδρύουσα τον εκ του άρθρου 510 παρ.1 στοιχ.Α’ ΚΠοινΔ λόγω αναιρέσεως, διότι έτσι αποστερείται ο κατηγορούμενος από τη δυνατότητα να εκθέσει τις απόψεις, του και να προβεί στις παρατηρήσεις του σχετικά με το αποδεικτικό αυτό μέσο, σύμφωνα με το άρθρο 358 εδ.β’ του ίδιου Κώδικα. Εξ άλλου, κατά την έννοια της διατάξεως του άρθρου 364 παρ.1 ΚΠοινΔ, η μη ανάγνωση των αναφερομένων σ’αυτήν εγγράφων, δεν έχει ως συνέπεια την ακυρότητα της διαδικασίας, εκτός αν ζητήθηκε η ανάγνωση ορισμένου εγγράφου από τον Εισαγγελέα, τον κατηγορούμενο ή το συνήγορό του και το δικαστήριο παρέλειψε να αποφανθεί, οπότε υπάρχει έλλειψη ακροάσεως, ιδρύουσα τον εκ του άρθρου 510 παρ.1 στοιχ.Β’ ΚΠοινΔ λόγο αναιρέσεως.

Στην προκειμένη περίπτωση, από τα πρακτικά της προσβαλλόμενης αποφάσεως προκύπτει ότι «προσκομίστηκαν στο Δικαστήριο και τα εξής έγγραφα α) πιστοποιητικό Ανώτερης Συνομοσπονδίας Πολυτέκνων Ελλάδος και β) το από 23-10-1989 ιδιωτικό συμφωνητικό μισθώσεως, χωρίς να γίνεται μνεία και ότι αναγνώσθηκαν, σε αντίθεση με τα λοιπά έγγραφα που αναφέρονται στα πρακτικά ότι αναγνώσθηκαν. Επίσης, από τα ίδια πρακτικά δεν προκύπτει, ότι τα έγγραφα αυτά, αν και μη αναγνωσθέντα λήφθηκαν υπόψη από το Δικαστήριο για το σχηματισμό της κρίσεώς του, ως προς την ενοχή του κατηγορουμένου, αλλά ούτε και ότι ζητήθηκε η ανάγνωσή τους από τον Εισαγγελέα, τον κατηγηρούμενο ή το συνήγορό του. Κατά συνέπειαν, οι προβαλλόμενοι από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Α και στοιχ. Β’ ΚΠοινΔ λόγοι αναιρέσεως, πρέπει να απορριφθούν, ως αβάσιμοι κατά το μέρος δε που αυτοί πλήττουν την ουσία της υπόθεσης, ως απαράδεκτοι και συνακολούθως να απορριφθούν η κρινόμενη αίτηση στο σύνολό της και να καταδικασθεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα (άρθρο 583 παρ.1 ΚΠοινΔ).

Για τους λόγους αυτούς

Απορρίπτει την από 5-7-2003 αίτηση του κατηγορουμένου Δ. Τ. του Μ., για αναίρεση της υπ’αριθ.24867/2003 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμ/κείου Αθηνών. Και Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα εκ διακοσίων δέκα (210) ευρώ.

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 25 Φεβρουαρίου 2005. Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 5 Απριλίου 2005. [u][/u][/i]

Policenet.gr © | 2024 Όροι Χρήσης.
developed by Pixelthis