Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο
Posted by manager on Τετ, 12/14/2011 - 18:54
Η φίλη αναγνώστρια "maria" μας ρωτά : [i]"ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΝΑ ΒΕΒΑΙΏΣΟΥΜΕ ΓΝΗΣΙΟ ΥΠΟΓΡΑΦΗΣ ΑΛΛΟΔΑΠΟΥ Ο ΟΠΟΙΟΣ ΠΡΟΣΚΟΜΙΖΕΙ ΥΠΕΥΘΥΝΗ ΔΗΛΩΣΗ ΓΡΑΜΜΕΝΗ ΣΤΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΑΛΛΑ Ο ΙΔΙΟΣ ΔΕΝ ΓΝΩΡΙΖΕΙ ΕΛΛΗΝΙΚΑ Κ ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΔΙΑΒΑΣΕΙ ΤΟ ΑΝΩΤΕΡΟ ΕΓΓΡΑΦΟ?"[/i] Η απάντηση είναι ναι μπορούμε εφόσον ο αλλοδαπός φέρει κατά τη βεβαίωση, έγγραφο αποδεικτικό της ταυτότητάς του, υπογράφει ενώπιόν σου , το έγγραφο επί του οποίου υπογράφει περιέχει πλήρη δήλωση βούλησης που δεν αντίκειται στο νόμο και τα χρηστά ήθη, το έγγραφο είναι γραμμένο στην ελληνική γλώσσα, κατά βάση και δεν υφίστανται διατάξεις νόμων που απαγορεύουν ή θέτουν όρους για τη βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής. [b]ΠΑΡΑΚΑΤΩ ΟΡΙΣΜΕΝΑ ΧΡΗΣΙΜΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΓΝΗΣΙΟ ΤΗΣ ΥΠΟΓΡΑΦΗΣ ΚΑΙ ΤΙΣ ΕΠΙΚΥΡΩΣΕΙΣ ΑΝΤΙΓΡΑΦΩΝ[/b] [b]ΓΕΝΙΚΑ[/b] Δεν απαιτείται θεώρηση του γνήσιου της υπογραφής των πολιτών, όταν οι ίδιοι προσέρχονται για υποθέσεις τους στις υπηρεσίες του Δημοσίου Τομέα και είναι εφοδιασμένοι με το δελτίο ταυτότητας ή τα αντίστοιχα έγγραφα που προβλέπει το άρθρο 3 παρ.4 του ν. 2690/1999. «4. « Τα στοιχεία της ταυτότητας που αναφέρονται στην αίτηση, όταν πρόκειται για Έλληνες πολίτες, αποδεικνύονται από το δελτίο αστυνομικής ταυτότητας ή τη σχετική προσωρινή βεβαίωση της αρμόδιας αρχής ή το διαβατήριο ή την άδεια οδήγησης ή το ατομικό βιβλιάριο υγείας όλων των ασφαλιστικών φορέων.» Η ταυτότητα των αλλοδαπών αποδεικνύεται , στην περίπτωση πολιτών Κράτους - Μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης , από το δελτίο ταυτότητας ή το διαβατήριο , ενώ , στις άλλες περιπτώσεις , από το διαβατήριο , ή άλλο έγγραφο βάσει του οποίου επιτρέπεται η είσοδος τους στη Χώρα , ή τα έγγραφα που έχουν εκδώσει οι αρμόδιες ελληνικές αρχές . Η ταυτότητα των νομικών προσώπων αποδεικνύεται σύμφωνα με τα οριζόμενα από τις διατάξεις που ισχύουν στην έδρα τους . Όταν η αίτηση δεν υποβάλλεται αυτοπροσώπως , πρέπει να συνοδεύεται από επικυρωμένο φωτοαντίγραφο του δελτίου ταυτότητας ή των αντίστοιχων εγγράφων ." [b]Από ποιες Υπηρεσίες μπορεί να γίνει[/b] Σύμφωνα με το άρθρο 11 του ν. 2690/1999: [b]Βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής - Επικύρωση των αντιγράφων[/b] 1. Η βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής του ενδιαφερομένου γίνεται , από οποιαδήποτε διοικητική αρχή, ή τα Κ . Ε . Π , βάσει του δελτίου ταυτότητας ή των αντίστοιχων εγγράφων που προβλέπονται στο άρθρο 3. «Δεν απαιτείται βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής του ενδιαφερομένου , όταν προσέρχεται αυτοπροσώπως για υποθέσεις του στις υπηρεσίες του δημόσιου τομέα ή τα Κ . Ε . Π ., προσκομίζοντας το δελτίο ταυτότητας ή τα αντίστοιχα πρωτότυπα έγγραφα . 2. Την επικύρωση αντιγράφου από το πρωτότυπο , ή από το ακριβές αντίγραφο της διοικητικής αρχής που το εξέδωσε μπορεί να ζητήσει κάθε ενδιαφερόμενος από όλες τις διοικητικές αρχές και τα Κ . Ε . Π . Αντίγραφα των ανωτέρω επικυρώνονται και από δικηγόρους ή συμβολαιογράφους , σύμφωνα με τις διατάξεις που διέπουν την άσκηση των λειτουργημάτων τους . Ακριβή αντίγραφα από αντίγραφα ιδιωτικών εγγράφων ή εγγράφων που έχουν εκδοθεί από αλλοδαπές αρχές , τα οποία έχουν επικυρωθεί από δικηγόρο ή δημόσια αρχή επικυρώνονται από όλες τις διοικητικές αρχές και τα Κ . Ε . Π . Η επικύρωση αντιγράφων εγγράφων που έχουν εκδοθεί από ημεδαπή διοικητική αρχή δεν απαιτείται αν τα αντίγραφα αυτά συνοδεύονται από την κατά τη παρ . 5 του άρθρου 3 υπεύθυνη δήλωση , στην οποία ο ενδιαφερόμενος βεβαιώνει την ακρίβεια στοιχείων. Σε κάθε άλλη περίπτωση η θεώρηση του γνήσιου της υπογραφής γίνεται από οποιαδήποτε διοικητική αρχή. Εξάλλου, κατά τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 24 του π.δ. 75/1987, που ρυθμίζει θέματα αλληλογραφίας των Υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας, «Οι Αστυνομικές Αρχές, εάν δεν ορίζεται διαφορετικά από τις ισχύουσες διατάξεις, μπορούν να βεβαιώνουν το ιδιόχειρο της υπογραφής των πολιτών επάνω σε έγγραφα, τα οποία υπογράφουν ενώπιον του αρμοδίου οργάνου». [b]Γνήσιο της Υπογραφής ουδέποτε εν «λευκώ»[/b] Η θεώρηση του γνησίου της υπογραφής γίνεται μόνον επί εγγράφων, κατά την έννοια του άρθρου 13 παρ. γ΄ του Ποινικού Κώδικα και ουδέποτε εν «λευκώ» Άρθρο 13 παρ.γ Π.Κ. γ) έγγραφο είναι κάθε γραπτό που προσδιορίζεται ή είναι πρόσφορο να αποδείξει γεγονός που έχει έννομη σημασία όπως και κάθε σημείο που προορίζεται να αποδείξει ένα τέτοιο γεγονός.. «έγγραφο είναι και κάθε μέσο το οποίο χρησιμοποιείται από υπολογιστή ή περιφερειακή μνήμη υπολογιστή, με ηλεκτρονικό, μαγνητικό ή άλλο τρόπο, για εγγραφή, αποθήκευση, παραγωγή ή αναπαραγωγή στοιχείων, που δεν μπορούν να διαβαστούν άμεσα, όπως επίσης και κάθε μαγνητικό ηλεκτρονικό ή άλλο υλικό στο οποίο εγγράφεται οποιαδήποτε πληροφορία, εικόνα, σύμβολο ή ήχος αυτοτελώς ή σε συνδυασμό εφόσον τα μέσα και τα υλικά αυτά προορίζονται ή είναι πρόσφορα να αποδείξουν γεγονότα που έχουν έννομη σημασία.» [b]Βεβαίωση του γνησίου υπογραφής και επικύρωση αντιγράφων εγγράφων [/b] (Άρθρο 24 Π.Δ.75/16-3-1987 ΦΕΚ Α' 45/2-4-1987) 1. Οι Υπηρεσίες Ελληνικής Αστυνομίας, αν δεν ορίζεται διαφορετικά από τις ισχύουσες διατάξεις, μπορούν να βεβαιώνουν το ιδιόχειρο της υπογραφής των πολιτών επάνω σε έγγραφα, τα οποία υπογράφουν ενώπιον του αρμόδιου οργάνου. Επίσης μπορούν να βεβαιώνουν την ακρίβεια αντιγράφων ή φωτοαντιγράφων πρωτοτύπων εγγράφων η επισήμων αντιγράφων αυτών, ευρισκομένων στα χέρια των ενδιαφερομένων πολιτών, Η επικύρωση γίνεται έπειτα από αντιπαραβολή με το πρωτότυπο ή το ακριβές αντίγραφο που κατέχει ο ενδιαφερόμενος. 2. Αρμόδιοι για τη βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής και για την επικύρωση αντιγράφων εγγράφων είναι όλοι οι Αξιωματικοί, Ανθυπαστυνόμοι και Αρχιφύλακες, που είναι Ανακριτικοί Υπάλληλοι, καθώς και οι πολιτικοί υπάλληλοι, που είναι προϊστάμενοι οργανικών Υπηρεσιακών κλιμακίων. «Η αρμοδιότητα αυτή μπορεί να ασκείται και από το υπόλοιπο αστυνομικό και πολιτικό προσωπικό, ύστερα από διαταγή του προϊσταμένου της οικείας Αστυνομικής Αρχής». 3. Κατά τη βεβαίωση του ιδιοχείρου της υπογραφής αναγράφονται τα εξής: «Βεβαιώνεται το ιδιόχειρο της υπογραφής (ονοματεπώνυμο του ενδιαφερόμενου, ο αριθμός του δελτίου ταυτότητας, η χρονολογία και η Αρχή έκδοσης )» και ακολούθως ο τόπος, η χρονολογία, ο τίτλος, το ονοματεπώνυμο και ο βαθμός του οργάνου που ενεργεί τη βεβαίωση, την οποία υπογράφει και σφραγίζει με τη σφραγίδα της Υπηρεσίας, Κατά την επικύρωση του αντιγράφου εγγράφου, αναγράφεται: «Ακριβές αντίγραφο ή φωτοαντίγραφο από το πρωτότυπο ή επίσημο αντίγραφο που βρίσκεται στα χέρια του (αναγράφονται όλα τα στοιχεία που αναφέρονται στο προηγούμενο εδάφιο)» και ακολουθεί ό,τι και στο προηγούμενο εδάφιο αναφέρεται. 4. Για τη βεβαίωση του ιδιόχειρου της υπογραφής σε έγγραφα γραμμένα στην Ελληνική ή ξένη γλώσσα και προορισμένα να χρησιμοποιηθούν σε ξένες Αρχές που εδρεύουν, είτε στην Ελλάδα, είτε στο εξωτερικό, καθώς και για την επικύρωση αντιγράφων εγγραφών γραμμένων σε ξένη γλώσσα, ακολουθείται η διαδικασία που ορίζεται από το Υπουργείο Εξωτερικών. [b]Υπηρεσίες και αρμόδια όργανα για τη βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής και την επικύρωση αντιγράφων εγγράφων.[/b] Αρμόδια για τη βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής και την επικύρωση αντιγράφων εγγράφων είναι οποιαδήποτε διοικητική αρχή. Με τον όρο διοικητική αρχή νοούνται: -Όλες οι δημόσιες Υπηρεσίες. -Οι Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.) α΄ και β΄ βαθμού, δηλαδή οι Νομαρχιακές Αυτοδιοικήσεις, οι Δήμοι και οι Κοινότητες. -Τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.). Αρμόδιοι για την επικύρωση αντιγράφων εγγράφων, πέραν από οποιαδήποτε διοικητική αρχή, είναι και οι δικηγόροι ή οι συμβολαιογράφοι. Αρμόδιοι για τη βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής και την επικύρωση αντιγράφων εγγράφων στις Υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας είναι: -Όλοι οι αξιωματικοί, οι Ανθυπαστυνόμοι και αρχιφύλακες που είναι ανακριτικοί υπάλληλοι. -Οι πολιτικοί υπάλληλοι που είναι προϊστάμενοι οργανικών υπηρεσιακών κλιμακίων (διευθυντές Διευθύνσεων και Υποδιευθύνσεων και προϊστάμενοι Τμημάτων και Γραφείων). -Οι υπόλοιποι αστυνομικοί (βαθμοφόροι μη ανακριτικοί υπάλληλοι και αστυφύλακες) και πολιτικοί υπάλληλοι, εφόσον οριστούν με έγγραφη διαταγή του προϊσταμένου της Υπηρεσίας τους. [b]Προϋποθέσεις βεβαίωσης του γνησίου της υπογραφής.[/b] Το αρμόδιο όργανο της Υπηρεσίας της Ελληνικής Αστυνομίας ενεργεί τη βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής εφόσον συντρέχουν σωρευτικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις: -Ο ενδιαφερόμενος φέρει κατά τη βεβαίωση, έγγραφο αποδεικτικό της ταυτότητάς του. -Υπογράφει ενώπιον του αρμόδιου οργάνου. -Το έγγραφο επί του οποίου υπογράφει περιέχει πλήρη δήλωση βούλησης που δεν αντίκειται στο νόμο και τα χρηστά ήθη. -Το έγγραφο είναι γραμμένο στην ελληνική γλώσσα, κατά βάση. -Δεν υφίστανται διατάξεις νόμων που απαγορεύουν ή θέτουν όρους για τη βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής. [b]Ανάλυση Προυποθέσεων[/b] Οι προϋποθέσεις αυτές αναλύονται ως ακολούθως: [b]α. Ο ενδιαφερόμενος φέρει κατά τη βεβαίωση, έγγραφο αποδεικτικό της ταυτότητάς του[/b] (το πρωτότυπο και όχι φωτοαντίγραφο), ως εξής: -Το δελτίο ταυτότητας ή την προσωρινή βεβαίωση για κατάθεση δικαιολογητικών προς έκδοση δελτίου ταυτότητας ή το διαβατήριό του, εφόσον πρόκειται για έλληνα πολίτη. -Το δελτίο ταυτότητας ή το διαβατήριό του, εφόσον πρόκειται για αλλοδαπό πολίτη κράτους-μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης. -Το διαβατήριο ή άλλο έγγραφο βάσει του οποίου επιτρέπεται η είσοδος στην Ελλάδα ή τα έγγραφα που έχουν εκδώσει οι αρμόδιες ελληνικές αρχές (άδεια παραμονής), εφόσον πρόκειται για αλλοδαπό εκτός των υπηκόων κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. [b]β .Ο ενδιαφερόμενος πολίτης υπογράφει ενώπιον του αρμόδιου οργάνου.[/b] Με την αυτοπρόσωπη παρουσία του πολίτη αφενός προστατεύονται τα έννομα συμφέροντά του, αφετέρου δε διασφαλίζεται το όργανο που θα ενεργήσει τη σχετική πράξη. Το αρμόδιο όργανο υποχρεούται να ελέγξει αν το πρόσωπο που παρουσιάζεται ενώπιόν του για θεώρηση του γνησίου της υπογραφής είναι το αναφερόμενο στο αποδεικτικό της ταυτότητάς έγγραφο ( έλεγχος φωτογραφίας κ.λ.π. στοιχείων), καθώς και αν είναι ικανό για δικαιοπραξία. Σύμφωνα με τη διάταξη του Αστικού Κώδικα «η δήλωση βούλησης από ανίκανο για δικαιοπραξία είναι άκυρη» (Άρθρο 130 Α.Κ.). Επίσης « η δήλωση βουλήσεως είναι άκυρη αν, κατά το χρόνο που έγινε, το πρόσωπο δεν είχε συνείδηση των πράξεων του ή βρισκόταν σε ψυχική ή διανοητική διαταραχή που περιόριζε αποφασιστικά τη λειτουργία της βούλησής του» (Άρθρο 131Α.Κ.). Κατά συνέπεια, το αρμόδιο όργανο οφείλει να μη θεωρήσει το γνήσιο της υπογραφής προσώπου που δεν συμπλήρωσε το δέκατο έτος της ηλικίας του ή βρίσκεται σε πλήρη στερητική δικαστική συμπαράσταση (Άρθρο 128 Α.Κ.), καθώς και προσώπου που κατά τη στιγμή της βεβαίωσης του γνησίου της υπογραφής δεν έχει συνείδηση της δήλωσης που υπογράφει (μεθυσμένος κ.λ.π.). Σε περίπτωση που ο πολίτης αδυνατεί να μετακινηθεί και να εμφανιστεί στο κατάστημα της Αστυνομικής Υπηρεσίας (άτομα με ειδικές ανάγκες, ασθενείς κ.λ.π.), τότε το αρμόδιο όργανο επιβάλλεται να μεταβαίνει στην κατοικία του ενδιαφερόμενου, προκειμένου να βεβαιώσει το γνήσιο της υπογραφής αυτού και να μην αρκείται σε διαβεβαιώσεις τρίτων ότι το σχετικό έγγραφο έχει υπογραφεί από τον ενδιαφερόμενο. Επισημαίνεται ότι η βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής γίνεται από το ίδιο όργανο που μεταβαίνει στην κατοικία του ενδιαφερόμενου, το οποίο πρέπει να είναι αρμόδιο για την ενέργεια της πράξης. Υπογραφή είναι η ιδιόχειρη και συνήθως ιδιόρρυθμη αναγραφή του ονόματος και του επωνύμου προσώπου, που ισχύει ως διακριτικό του εν λόγω προσώπου (Γ. Μπαμπινιώτη, Λεξικό Νέας Ελληνικής Γλώσσας). Η υπογραφή, ως ιδιόγραφο διακριτικό γνώρισμα, πρέπει να είναι αναγνωρίσιμη, αλλά όχι κατ’ ανάγκη αναγνώσιμη. Κατά συνέπεια, η υπογραφή δεν υπόκειται σε κανενός είδους γλωσσικό έλεγχο ( χρήση ελληνικού ή αλλόγλωσσου αλφάβητου ), εκτός ίσως από την αντιμετώπιση ακραίων περιπτώσεων όπου το σκαρίφημα που τίθεται δεν αποτελεί υπογραφή κατά την κοινή αντίληψη. Το αρμόδιο όργανο είναι υποχρεωμένο να βεβαιώσει το ιδιόχειρο της υπογραφής του ενδιαφερόμενου ανεξάρτητα από τη γραφή που χρησιμοποιεί. [b]γ. Η υπογραφή τίθεται από τον ενδιαφερόμενο πάνω σε έγγραφο περιέχον πλήρη δήλωση βούλησης που δεν αντίκειται στο νόμο και τα χρηστά ήθη.[/b] Έγγραφο είναι γραπτό δυνάμενο να έχει νομική σημασία, αποτελεί δηλαδή ανθρώπινη σκέψη, νοητή τουλάχιστον στους ενδιαφερόμενους και πρόσφορη να χρησιμεύσει ως βάση για ενάσκηση δικαιώματος. Η βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής «εν λευκώ», δηλαδή σε λευκό χαρτί ή σε έντυπα υπευθύνων δηλώσεων, βεβαιώσεων, εξουσιοδοτήσεων, αιτήσεων κ.λ.π., επί των οποίων δεν έχει συμπληρωθεί το περιεχόμενο της δήλωσης ή βεβαίωσης του ενδιαφερόμενου, δεν επιτρέπεται, ως μη σύννομη, αφού, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις (Άρθρο 24 παρ. 1 π.δ. 75/1987), η βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής γίνεται επί εγγράφων. Έγγραφο, βεβαίως, δεν θεωρείται το λευκό χαρτί ούτε και το έντυπο δήλωσης, βεβαίωσης εξουσιοδότησης κ.λ.π., στο οποίο έχουν συμπληρωθεί μόνο οι ενδείξεις των στοιχείων ταυτότητας του ενδιαφερόμενου, χωρίς να περιλαμβάνεται και η δήλωση της βούλησης αυτού ή άλλο στοιχείο προορισμένο ή πρόσφορο να αποδείξει γεγονός που έχει έννομη σημασία. Κατά την έννοια των διατάξεων του άρθρου 211 του Α.Κ., η παρεχόμενη στον εξουσιοδοτούμενο εξουσία αντιπροσώπευσης, πρέπει να αφορά πράξη που είναι δεκτική αντιπροσώπευσης και να μην αφορά πράξεις οι οποίες λόγω της φύσης τους ή από το νόμο είναι ανεπίδεκτοι αντιπροσώπευσης. Αυτός ο τρόπος ενέργειας εντάσσεται και στα γενικότερα πλαίσια της αποστολής του Σώματος της Ελληνικής Αστυνομίας, μπορεί δηλαδή να αποτρέψει ενέργειες αθέμιτες, παράνομες ή αντίθετες προς τα χρηστά ήθη, όπως γίνεται δεκτό και με τη 1538 από 20-10-1992 γνωμοδότηση του Νομικού Συμβούλου του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης. (Η γνωμοδότηση τίθεται στο τέλος) Ειδικά, η παράλειψη προσδιορισμού σε κείμενο εξουσιοδότησης του εξουσιοδοτούμενου προσώπου καθιστά ελλιπή και κατ’ ουσία χωρίς περιεχόμενο τη δήλωση του εξουσιοδοτούντος, αφού δεν εμπεριέχεται σ’ αυτή ρητά, ούτε κατ’ άλλο τρόπο εξωτερικεύεται, η βούληση του τελευταίου για παροχή εξουσίας αντιπροσώπευσης σε συγκεκριμένο πρόσωπο. Η ατελής δήλωση δύναται να θέσει σε κίνδυνο τα συμφέροντα του εξουσιοδοτούντος, τις αρχές των συναλλαγών και την ασφάλεια δικαίου και ως εκ τούτου δεν είναι νομικά δυνατή η βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής σε κείμενο εξουσιοδότησης, στο οποίο δεν έχουν συμπεριληφθεί τα στοιχεία του εξουσιοδοτούμενου προσώπου. Σύμφωνα με τις διατάξεις του Αστικού Κώδικα, η αναφορά (αναγραφή) των στοιχείων του εξουσιοδοτημένου φυσικού προσώπου ή του νομικού προσώπου, το οποίο επιθυμεί ο εξουσιοδοτών, αποτελεί ουσιώδες στοιχείο του εγγράφου της πληρεξουσιότητας ή εξουσιοδότησης. Σ’ ό,τι αφορά την εξουσιοδότηση νομικών προσώπων, όπως προκύπτει από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 61 και 62 του Αστικού Κώδικα, τα νομικά πρόσωπα, έχουν κατ’ αρχήν καθολική ικανότητα δικαίου όπως και τα φυσικά πρόσωπα, η οποία δεν εκτείνεται επί εννόμων σχέσεων που προϋποθέτουν την ιδιότητα του φυσικού προσώπου, όπως σχέσεων οικογενειακού ή κληρονομικού δικαίου. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 70 Α.Κ. το νομικό πρόσωπο επειδή δεν έχει φυσική υπόσταση κατ’ ανάγκη αποκτά δικαιώματα και αναλαμβάνει υποχρεώσεις δια των εκπροσωπούντων αυτό φυσικών προσώπων, δηλαδή των οργάνων του. Ως όργανα θεωρούνται τα φυσικά πρόσωπα τα οποία έχουν δικαίωμα να προβαίνουν σε ενέργειες προς κτήση δικαιωμάτων ή υποχρεώσεων, στο μέτρο που καθορίζει η συστατική πράξη, η οποία ενδεχομένως να συμπληρώνεται από το νόμο. Η παρεχόμενη από φυσικά πρόσωπα προς τα νομικά πρόσωπα εξουσία αντιπροσώπευσης πρέπει να συνάδει προς το χαρακτήρα και τη φύση των εργασιών που διεξάγονται από το νομικό πρόσωπο και ενεργούντα δια των οργάνων αυτού και οπωσδήποτε να μη θέτει σε κίνδυνο τις αρχές των συναλλαγών ούτε την ασφάλεια δικαίου (π.χ. Το αρμόδιο όργανο υποχρεούται να βεβαιώσει το γνήσιο της υπογραφής του εξουσιοδοτούντος ανώνυμη εταιρεία παροχής επενδυτικών υπηρεσιών με σκοπό τη διεξαγωγή χρηματιστηριακών συναλλαγών). [b]δ. Το έγγραφο είναι γραμμένο στην ελληνική γλώσσα, κατά βάση.[/b] Το αρμόδιο όργανο υποχρεούται να βεβαιώσει το γνήσιο της υπογραφής του ενδιαφερόμενου εφόσον το έγγραφο πάνω στο οποίο υπογράφει είναι γραμμένο στην ελληνική γλώσσα, δηλαδή στην επίσημη γλώσσα του ελληνικού κράτους την οποία γνωρίζει το αρμόδιο όργανο. Το γνήσιο της υπογραφής βεβαιώνεται και σε έντυπα με το ίδιο κείμενο σε δύο ή περισσότερες γλώσσες, εφόσον μία από τις γλώσσες του εντύπου είναι η ελληνική. Για τη βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής σε έγγραφα γραμμένα στην ελληνική γλώσσα που πρόκειται να χρησιμοποιηθούν σε ξένες αρχές, οι οποίες εδρεύουν στην Ελλάδα ή στην αλλοδαπή, καθώς και για τη βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής σε ξενόγλωσσα έγγραφα, ακολουθείται η διαδικασία που καθορίζεται από το Υπουργείο Εξωτερικών. Η διαδικασία αυτή καθορίστηκε με το υπ’ αριθ. Φ.090/109/ΑΣ 194 από 18-8-1979 έγγραφο του Υπουργείου Εξωτερικών. Ειδικότερα: α. Για τη βεβαίωση της υπογραφής πάνω σε έγγραφο γραμμένο στην ελληνική γλώσσα και προορισμένο να χρησιμοποιηθεί σε ξένες αρχές: Εάν ο ενδιαφερόμενος διαμένει σε απομακρυσμένο σημείο της χώρας και μεταβαίνει σε Αστυνομική Υπηρεσία, η βεβαίωση πρέπει να γίνεται προσωπικά από το διοικητή αξιωματικό της Υπηρεσίας ή τον αναπληρωτή του και όχι από άλλα όργανα της Υπηρεσίας ή από όργανα υπηρεσιακών μονάδων επιπέδου Σταθμού, προς αποφυγή σφαλμάτων και άσκοπης αλληλογραφίας μεταξύ των Υπηρεσιών και στην πράξη βεβαίωσης, πέραν των λοιπών στοιχείων, να αναγράφονται οπωσδήποτε ο τίτλος του οργάνου που ενεργεί τη βεβαίωση (διοικητής ή αναπληρωτής διοικητή), το ονοματεπώνυμο και ο βαθμός του. Ο διοικητής της Αστυνομικής Υπηρεσίας οφείλει να ενημερώνει τον ενδιαφερόμενο ότι η πράξη βεβαίωσης απαιτείται να επικυρωθεί από τον προϊστάμενό του και γενικά για τη διαδικασία που ακολουθείται στις περιπτώσεις βεβαίωσης του γνησίου της υπογραφής επί των εγγράφων που πρόκειται να χρησιμοποιηθούν ενώπιον ξένων αρχών. Η υπογραφή του διοικητή ή του αναπληρωτή του επικυρώνεται από τον προϊστάμενο αυτού διευθυντή Διεύθυνσης των Γενικών Αστυνομικών Διευθύνσεων Αττικής και Θεσσαλονίκης ή Αστυνομικής Διεύθυνσης Νομού ή τον αναπληρωτή του, στην πράξη βεβαίωσης του οποίου αναγράφονται, επίσης, ο τίτλος, το ονοματεπώνυμο και βαθμός του. Εάν ο ενδιαφερόμενος μεταβεί απευθείας σε Διεύθυνση των Γενικών Αστυνομικών Διευθύνσεων Αττικής και Θεσσαλονίκης ή σε Αστυνομική Διεύθυνση Νομού, ο διευθυντής ή ο αναπληρωτής του μπορεί να προβαίνει στη βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής του πάνω στο έγγραφο, χωρίς να απαιτείται στην περίπτωση αυτή, η προηγούμενη βεβαίωση από υφιστάμενή τους Υπηρεσία που διοικεί αξιωματικός. Οι διευθυντές των Γενικών Αστυνομικών Διευθύνσεων Αττικής και Θεσσαλονίκης και των Αστυνομικών Διευθύνσεων Νομών, συνήθως μεταβιβάζουν στους υποδιευθυντές τους, που είναι αρμόδιοι για την εποπτεία του Επιτελείου, το δικαίωμα υπογραφής «με εντολή» για τις βεβαιώσεις του γνησίου της υπογραφής (Άρθρο 23 παρ. 6 ν. 2800/2000, Φ.Ε.Κ. Α΄-41). Οι ενδιαφερόμενοι των οποίων το γνήσιο της υπογραφής βεβαιώνεται πάνω σε έγγραφα σύμφωνα με τα προηγούμενα, επιβάλλεται να ενημερώνονται να αποστείλουν αυτά στην Μεταφραστική Υπηρεσία του Υπουργείου Εξωτερικών για την τελική επικύρωση και περαιτέρω ενέργεια. Η Μεταφραστική Υπηρεσία του Υπουργείου Εξωτερικών τηρεί δείγματα των υπογραφών των διευθυντών των Γενικών Αστυνομικών Διευθύνσεων Αττικής και Θεσσαλονίκης και των Αστυνομικών Διευθύνσεων Νομών, καθώς και των αναπληρωτών τους, τα οποία διαβιβάζονται διαμέσου της Διεύθυνσης Γενικής Αστυνόμευσης του Αρχηγείου Ελληνικής Αστυνομίας. β. Για τη βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής σε έγγραφα γραμμένα σε ξένη γλώσσα και προορισμένα να χρησιμοποιηθούν σε ξένες ή ελληνικές αρχές: Ακολουθείται η διαδικασία που αναφέρεται στην προηγούμενη παράγραφο για τη βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής σε έγγραφα που είναι γραμμένα στην ελληνική γλώσσα και πρόκειται να χρησιμοποιηθούν σε ξένες αρχές και επιπρόσθετα, απαιτείται όπως ο ενδιαφερόμενος κατά τη μετάβασή του στην Αστυνομική Υπηρεσία, να προσκομίσει ανεπίσημη μετάφραση του ξενόγλωσσου εγγράφου στην ελληνική γλώσσα, προς έλεγχο του επιλήψιμου ή μη του περιεχομένου του. Ο προϊστάμενος της Αστυνομικής Υπηρεσίας ή ο αναπληρωτής του βεβαιώνει πρώτα το γνήσιο της υπογραφής του μεταφραστή, που μπορεί να είναι και ο ίδιος ο ενδιαφερόμενος, πάνω στο έγγραφο της μετάφρασης και στη συνέχεια βεβαιώνει το γνήσιο της υπογραφής του ενδιαφερόμενου πάνω στο ξενόγλωσσο έγγραφο. Η μετάφραση αυτή, μετά τη βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής, τηρείται στο αρχείο της Αστυνομικής Υπηρεσίας. [b]Διατάξεις νόμων που απαγορεύουν ή θέτουν όρους για τη βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής.[/b] Δεν πρέπει να βεβαιώνουμε το γνήσιο της υπογραφής προσώπων, όταν αυτά ενεργούν σε δικαιοπραξίες που είναι προφανώς άκυρες και επιχειρούνται κατά παράβαση των υφιστάμενων διατάξεων. Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 130 του Α.Κ. «Η δήλωση βούλησης από ανίκανο για δικαιοπραξία είναι άκυρη». Τέτοιες δικαιοπραξίες είναι αυτές που ενεργούνται από όσους είναι: -Ανίκανοι για δικαιοπραξία(Άρθρο 128 Α.Κ.), δηλαδή όποιοι δεν έχουν συμπληρώσει το 10ο έτος της ηλικίας τους και όσοι βρίσκονται σε πλήρη στερητική δικαστική συμπαράσταση, όπως πρόσωπα με ψυχική ή διανοητική διαταραχή ή σωματική αναπηρία που περιθάλπονται μόνιμα σε ιδρύματα κ.λ.π. (Άρθρα 128-133 Α.Κ.). -Παροδικά ανίκανοι για δικαιοπραξία, δηλαδή όποιοι δεν έχουν τη συνείδηση των πράξεών τους ή βρίσκονταν σε ψυχική ή διανοητική διαταραχή που περιόριζε αποφασιστικά τη λειτουργία της βούλησής τους, όπως μεθυσμένοι, αμνήμονες, νοσηλευόμενοι σε ψυχιατρεία κ.λ.π.(Άρθρο 131 Α.Κ.). -Περιορισμένα ικανοί για δικαιοπραξία, δηλαδή οι ανήλικοι που συμπλήρωσαν το 10ο έτος της ηλικίας τους, όποιοι βρίσκονται σε μερική στερητική δικαστική συμπαράσταση και όποιοι βρίσκονται σε επικουρική δικαστική συμπαράσταση (Άρθρο 129 Α.Κ.). Στην τελευταία περίπτωση, όσον αφορά τους ανήλικους άνω των 10 ετών, αυτοί είναι ικανοί για δικαιοπραξίες από τις οποίες αποκτούν απλώς και μόνο έννομο όφελος (Άρθρο 134 Α.Κ.), δηλαδή να μην αναλαμβάνουν υποχρεώσεις ούτε να διαθέτουν δικαιώματα. (π.χ. Η Αστυνομική Αρχή δεν πρέπει να βεβαιώνει το γνήσιο της υπογραφής του ανήλικου σε σύμβαση που συνάπτει με χρηματιστηριακή εταιρεία με αντικείμενο αγοραπωλησίες μετοχών, καθόσον με τη σύμβαση αυτή ο ανήλικος αναλαμβάνει και υποχρεώσεις για καταβολή του αντιτίμου των τίτλων, προμήθειας κ.λ.π.). Για τη δικαιοπρακτική ικανότητα των ανηλίκων που έχουν συμπληρώσει το 14ο και 15ο έτος της ηλικίας τους, καθώς και για τους έγγαμους ανήλικους ισχύουν οι διατάξεις των Άρθρων 135. 136 και 137 του Α.Κ., αντίστοιχα. Σημειώνεται ότι το αρμόδιο όργανο δεν υποχρεούται να θεωρήσει το γνήσιο της υπογραφής αν για τη συγκεκριμένη δικαιοπραξία απαιτείται από το νόμο (Αστικό Κώδικα) η τήρηση συγκεκριμένου τύπου εγγράφου, όπως συμβολαιογραφικού εγγράφου (π.χ. για τη μεταβίβαση της κυριότητας ακινήτου, τη σύμβαση για εμπράγματο δικαίωμα σε ακίνητο, τη σύσταση δωρεάς, τη σύσταση πραγματικών δουλειών, την αποδοχή κληρονομιάς κ.λ.π.) ή δήλωσης στη γραμματεία δικαστηρίου (π.χ. αποποίηση κληρονομιάς κ.λ.π.). Στις περιπτώσεις αυτές το γνήσιο της υπογραφής δεν θεωρείται και στις πράξεις με τις οποίες παρέχεται πληρεξουσιότητα για τη σύναψη των συμβολαιογραφικών εγγράφων, καθόσον, σύμφωνα με το άρθρο 217 του Αστικού Κώδικα, η πληρεξουσιότητα υποβάλλεται στον τύπο που απαιτείται για τη δικαιοπραξία που αφορά, δηλαδή στον τύπο του συμβολαιογραφικού εγγράφου. Επίσης, υποχρέωση θεώρησης του γνησίου της υπογραφής δεν υφίσταται στις περιπτώσεις καταχρηστικής άσκησης του δικαιώματος (Άρθρο 281 Α.Κ.), όπως σε έγγραφα τα οποία υπερβαίνουν τον κοινωνικό σκοπό θέσπισης της συγκεκριμένης διάταξης (π.χ. θεώρηση του γνησίου της υπογραφής σε επιστολές που αποστέλλει ή σε ημερολόγιο που τηρεί ο ενδιαφερόμενος). Σύμφωνα με τις διατάξεις του Άρθρου 281 του Α.Κ., «Η άσκηση του δικαιώματος απαγορεύεται αν υπερβαίνει προφανώς τα όρια που επιβάλλουν η καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή ο κοινωνικός ή οικονομικός σκοπός του δικαιώματος». Όταν δεν υφίσταται απαγορευτική διάταξη νόμου, το αρμόδιο όργανο υποχρεούται να βεβαιώσει το γνήσιο της υπογραφής χωρίς να εξετάσει περαιτέρω αν το σχετικό έγγραφο (εξουσιοδότηση κ.λ.π.) θα γίνει αποδεκτό από την αρχή ή το φορέα στον οποίο ενδεχόμενα απαιτείται η υποβολή του (π.χ. Το αρμόδιο όργανο υποχρεώνεται να βεβαιώσει το γνήσιο της υπογραφής σε εξουσιοδότηση που πρόκειται να κατατεθεί σε τράπεζα για την ανάληψη χρημάτων, ανεξάρτητα από το ύψος του ποσού και της αποδοχής της ή μη από την τράπεζα). [b]Η πράξη της βεβαίωσης του γνησίου της υπογραφής.[/b] Όταν το αρμόδιο όργανο βεβαιωθεί για την ταυτότητα του ενδιαφερόμενου και συντρέχουν οι προϋποθέσεις που αναλύθηκαν στις προηγούμενες παραγράφους, τον καλεί να υπογράψει ενώπιον του και στη συνέχεια ενεργεί τη βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής. Η πράξη της βεβαίωσης του γνησίου της υπογραφής περιλαμβάνει τα εξής: -Τον τίτλο της Αστυνομικής Υπηρεσίας. -Το κείμενο της βεβαίωσης «Βεβαιώνεται το ιδιόχειρο της υπογραφής (ονοματεπώνυμο του ενδιαφερόμενου, αριθμός του αποδεικτικού της ταυτότητας εγγράφου, δηλαδή του δελτίου ταυτότητας ή διαβατηρίου κ.λ.π., η ημερομηνία και αρχή έκδοσης αυτού)». Το ονοματεπώνυμο του ενδιαφερόμενου αναγράφεται όπως προκύπτει από το αποδεικτικό της ταυτότητάς του εγγράφου. Στην περίπτωση αλλοδαπού που προσκομίζει διαβατήριο, άδεια παραμονής ή άλλο επίσημο έγγραφο αποδεικτικό της ταυτότητάς του, όπου το όνομα και το επώνυμό του αναγράφονται με λατινική γραφή, το αρμόδιο όργανο τα αναγράφει στην πράξη βεβαίωσης με λατινικά στοιχεία. -Τον τόπο και την ημερομηνία που γίνεται η βεβαίωση. -Τον τίτλο, την υπογραφή, το ονοματεπώνυμο και το βαθμό του οργάνου που ενεργεί τη βεβαίωση. Ως τίτλος του οργάνου αναγράφεται κατά περίπτωση, ο διοικητής, ο γραμματέας, ο αξιωματικός υπηρεσίας, ο υπαξιωματικός υπηρεσίας κ.λ.π. -Τη σφραγίδα της Αστυνομικής Υπηρεσίας. Τα ανωτέρω στοιχεία αναγράφονται με το χέρι ή ορισμένα τίθενται με σφραγίδα (π.χ. τίτλος Υπηρεσίας, έναρξη κειμένου, τόπος βεβαίωσης, ονοματεπώνυμο και βαθμός οργάνου που ενεργεί τη βεβαίωση) και τα υπόλοιπα με το χέρι. Με την ίδια πράξη μπορεί να βεβαιωθεί πάνω στο ίδιο έγγραφο το γνήσιο της υπογραφής περισσοτέρων του ενός προσώπων. [b]Προϋποθέσεις επικύρωσης αντιγράφου εγγράφου.[/b] Το αρμόδιο όργανο της Αστυνομικής Αρχής ενεργεί την επικύρωση αντιγράφου εγγράφου, εφόσον συντρέχουν σωρευτικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις: - Ο ενδιαφερόμενος φέρει κατά την επικύρωση, έγγραφο αποδεικτικό της ταυτότητάς του. «Τα στοιχεία της ταυτότητας που αναφέρονται στην αίτηση, όταν πρόκειται για Έλληνες πολίτες, αποδεικνύονται από το δελτίο ταυτότητας ή τη σχετική προσωρινή βεβαίωση της αρμόδιας αρχής ή το διαβατήριο. Η ταυτότητα των αλλοδαπών αποδεικνύεται, στην περίπτωση πολιτών κράτους- μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, από το δελτίο ταυτότητας ή το διαβατήριο, ενώ, στις άλλες περιπτώσεις, από το διαβατήριο ή άλλο έγγραφο βάσει του οποίου επιτρέπεται η είσοδός τους στη χώρα ή τα έγγραφα που έχουν εκδώσει οι αρμόδιες ελληνικές αρχές. Η ταυτότητα των νομικών προσώπων αποδεικνύεται σύμφωνα με τα οριζόμενα από τις διατάξεις που ισχύουν στην έδρα τους. Όταν, η αίτηση δεν υποβάλλεται αυτοπρόσωπα, πρέπει να συνοδεύεται από επικυρωμένο φωτοαντίγραφο του δελτίου ταυτότητας ή αντίστοιχων εγγράφων». (Άρθρο 3 παρ. 4 ν. 2690/1999). - Ο ενδιαφερόμενος φέρει μαζί με το προς επικύρωση αντίγραφο ή φωτοαντίγραφο και το πρωτότυπο δημόσιο έγγραφο ή επίσημο αντίγραφο της αρχής που εξέδωσε το πρωτότυπο έγγραφο. - Το έγγραφο είναι γραμμένο στην ελληνική γλώσσα. - Το προς επικύρωση αντίγραφο είναι ακριβές του αντιπαραβαλλόμενου με το πρωτότυπο έγγραφο ή επίσημο αντίγραφο της αρχής που εξέδωσε το πρωτότυπο έγγραφο. - Δεν υφίστανται διατάξεις νόμων που απαγορεύουν ή θέτουν όρους για την επικύρωση αντιγράφου εγγράφου. Κατόπιν των ανωτέρω οι Αστυνομικές αρχές επικυρώνουν αντίγραφα ή φωτοαντίγραφα δημοσίων εγγράφων και όχι ιδιωτικών εγγράφων των πολιτών. «Οι διατάξεις του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας εφαρμόζονται μόνο σε έγγραφα που έχουν εκδοθεί στο πλαίσιο της εθνικής έννομης τάξης και έχουν προέλθει από ημεδαπές διοικητικές αρχές (δημόσιο, οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης και άλλα Ν.Π.Δ.Δ.). Κατ’ ακολουθία μόνο από έγγραφα αυτής της φύσης επιτρέπεται βάσει του άρθρου 11 παρ. 2 του παραπάνω Κώδικα η επικύρωση αντιγράφων» (233/2000 Γνωμοδότηση Ν.Σ.Κ.). Επίσης, απαγορεύεται η επικύρωση αντιγράφων ή φωτοαντιγράφων του αποδεικτικού ενημερότητας χρεών προς το Δημόσιο. «Σύμφωνα με την παρ. 8 του άρθρου 9 της 1109793/6134-11/0016 από 24-11-1999 απόφασης του Υπουργού Οικονομικών ‘Αποδεικτικό ενημερότητας για χρέη και φορολογικές υποχρεώσεις προς το Δημόσιο’ (Φ.Ε.Κ. Β΄-2134) ‘Θεώρηση από οποιονδήποτε φωτοαντιγράφων ή αντιγράφων αποδεικτικού ενημερότητας χρεών προς το Δημόσιο μετά την έκδοσή τους δεν είναι επιτρεπτή. Εξαιρούνται τα φωτοαντίγραφα των αποδεικτικών ενημερότητας εξάμηνης ισχύος τα οποία θεωρούνται ατελώς, από Αρχή, που πρέπει να προσκομισθεί το αποδεικτικό ενημερότητας, με την επίδειξη του πρωτοτύπου κατά τη διάρκεια ισχύος του. Τα θεωρημένα αυτά φωτοαντίγραφα κατατίθενται αντί του πρωτοτύπου και η διάρκεια ισχύος αυτών είναι αυτή, που αναγράφεται επί του πρωτοτύπου». Σε ό,τι αφορά το αποδεικτικό έγγραφο της ταυτότητας ισχύουν όσα αναλύθηκαν για τις προϋποθέσεις βεβαίωσης του γνησίου της υπογραφής. Η αντιπαραβολή του αντιγράφου ή φωτοαντιγράφου γίνεται αποκλειστικά από το πρωτότυπο έγγραφο ή το επίσημο (ακριβές) αντίγραφο της αρχής που εξέδωσε το πρωτότυπο έγγραφο και ουδέποτε από φωτοαντίγραφο επικυρωμένο από οποιαδήποτε αρχή, ακόμη και από αυτή που το εξέδωσε ή στο αρχείο της οποίας βρίσκεται. Σύμφωνα με την υπ’ αριθ. 233/2000 Γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, από τις διατάξεις του άρθρου 11 παρ. 2 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας, με τον οποίο καταργήθηκαν οι αντίστοιχες διατάξεις του άρθρου 14 παρ. 3. του ν. 1599/1986, που αναφέρονταν στο θέμα της επικύρωσης αντιγράφων, προκύπτει ότι ο ενδιαφερόμενος μπορεί να ζητήσει από οποιαδήποτε διοικητική αρχή την επικύρωση αντιγράφου από το πρωτότυπο ή το ακριβές αντίγραφο της αρχής που εξέδωσε το πρωτότυπο, όχι όμως και από επικυρωμένο αντίγραφο το οποίο δεν έχει επικυρωθεί από την αρχή που εξέδωσε το πρωτότυπο. Η αντιπαραβολή προϋποθέτει ανάγνωση του κειμένου και ως εκ τούτου γνώση της γλώσσας στην οποία είναι γραμμένο το κείμενο. Συνεπώς, δεν προκύπτει υποχρέωση του αρμόδιου οργάνου της Αστυνομικής Αρχής για επικύρωση αντιγράφου ή φωτοαντιγράφου εγγράφου που είναι γραμμένο σε ξένη γλώσσα. Επίσης, τα αντίγραφα ή φωτοαντίγραφα εγγράφων που είναι γραμμένα στην ελληνική γλώσσα αλλά προορίζονται να χρησιμοποιηθούν σε ξένες αρχές, οι ενδιαφερόμενοι οφείλουν να τα επικυρώνουν στη Μεταφραστική Υπηρεσία του Υπουργείου Εξωτερικών. Εφόσον ο ενδιαφερόμενος διαμένει σε απομακρυσμένο σημείο της χώρας, η σχετική επικύρωση των αντιγράφων η φωτοαντιγράφων των εγγράφων μπορεί να γίνει από την Αστυνομική Αρχή, αλλά στη συνέχεια ο ενδιαφερόμενος πρέπει να αποστείλει τα επικυρωμένα αντίγραφα ή φωτοαντίγραφα στη Μεταφραστική Υπηρεσία του Υπουργείου Εξωτερικών για τις περαιτέρω ενέργειες. Η διαδικασία αυτή καθορίστηκε με το υπ’ αριθ. Φ.094/1/ΑΣ 1117 από 31-3-1988 έγγραφο του Υπουργείου Εξωτερικών. Αντίγραφα ή φωτοαντίγραφα εγγράφων που είναι γραμμένα σε ξένη γλώσσα επικυρώνονται, αποκλειστικά, από τη Μεταφραστική Υπηρεσία του Υπουργείου Εξωτερικών, είτε πρόκειται να χρησιμοποιηθούν σε Ελληνικές είτε σε ξένες Αρχές. [b]Η πράξη της επικύρωσης του αντιγράφου εγγράφου.[/b] Εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις για την επικύρωση αντιγράφου ή φωτοαντιγράφου και το αρμόδιο όργανο βεβαιωθεί από την αντιπαραβολή, για την ακρίβεια του αντιγράφου η φωτοαντιγράφου με το πρωτότυπο έγγραφο ή επίσημο αντίγραφο που βρίσκεται στα χέρια του ενδιαφερόμενου, ενεργεί την επικύρωση του. Η πράξη της επικύρωσης του αντιγράφου ή φωτοαντιγράφου περιλαμβάνει: -Τον τίτλο της Αστυνομικής Υπηρεσίας. -Το κείμενο της επικύρωσης «Ακριβές αντίγραφο ή φωτοαντίγραφο από το πρωτότυπο ή επίσημο αντίγραφο, που βρίσκεται στα χέρια του …. (ονοματεπώνυμο του ενδιαφερόμενου, αριθμός του αποδεικτικού της ταυτότητας εγγράφου, δηλαδή του δελτίου ταυτότητας ή διαβατηρίου κ.λ.π., η ημερομηνία και αρχή έκδοσης αυτού)». Το ονοματεπώνυμο του ενδιαφερόμενου αναγράφεται όπως προκύπτει από το αποδεικτικό της ταυτότητάς του εγγράφου. Στην περίπτωση αλλοδαπού που προσκομίζει διαβατήριο, άδεια παραμονής ή άλλο επίσημο έγγραφο αποδεικτικό της ταυτότητάς του, όπου το όνομα και το επώνυμό του αναγράφονται με λατινική γραφή, το αρμόδιο όργανο τα αναγράφει στην πράξη βεβαίωσης με λατινικά στοιχεία. -Τον τόπο και την ημερομηνία που γίνεται η επικύρωση. -Τον τίτλο, την υπογραφή, το ονοματεπώνυμο και το βαθμό του οργάνου που ενεργεί την επικύρωση. Ως τίτλος του οργάνου αναγράφεται κατά περίπτωση, ο διοικητής, ο γραμματέας, ο αξιωματικός υπηρεσίας, ο υπαξιωματικός υπηρεσίας κ.λ.π. -Τη σφραγίδα της Αστυνομικής Υπηρεσίας. Τα ανωτέρω στοιχεία αναγράφονται με το χέρι ή ορισμένα τίθενται με σφραγίδα (π.χ. τίτλος Υπηρεσίας, έναρξη κειμένου, τόπος βεβαίωσης, ονοματεπώνυμο και βαθμός οργάνου που ενεργεί τη βεβαίωση) και τα υπόλοιπα με το χέρι. [edit time=1324136322]manager[/edit]
Greek

Υποβλήθηκε από SREK. Ημερομηνία: Παρ, 12/16/2011 - 21:22 Μόνιμος σύνδεσμος

manager : ''Η απάντηση είναι ναι μπορούμε εφόσον ο αλλοδαπός φέρει κατά τη βεβαίωση, έγγραφο αποδεικτικό της ταυτότητάς του, υπογράφει ενώπιόν σου , το έγγραφο επί του οποίου υπογράφει περιέχει πλήρη δήλωση βούλησης που[b][u] δεν αντίκειται στο νόμο και τα χρηστά ήθη, το έγγραφο είναι γραμμένο στην ελληνική γλώσσα[/u][/b], κατά βάση και δεν υφίστανται διατάξεις νόμων που απαγορεύουν ή θέτουν όρους για τη βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής.''

Η απάντηση στο ανωτέρω ερώτημα ήταν σχετικά εύκολη αφου πρόεκυπτε ξεκάθαρα απο τις διατάξεις του νόμου καθώς και των σχετικών διαταγών αν και υπάρχουν κάποιες αμφιβολίες ως προς τα υπογραμμισμένα και τις παραθέτω άμεσα .
Το ερώτημα που δύσκολα βρίσκει απάντηση κ το οποίο καθημερινά ταλαιπορει αρκετούς απο εμας είναι το εξής : Επιτρέπεται η βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής επι ξενόγλωσσα έγγραφα ? Πριν κάποιος βιαστει να απαντησει του θέτω υπόψιν του τις κάτωθι ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΝΟΜΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΟΥ ΣΤΟ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ Υ.Δ.Τ. :

Α) Υπ'αριθμ 317 απο 25/7/2007 ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ ΤΟΥ ΝΟΜΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΟΥ η οποία συνοπτικά αναφέρει ότι τα αρμόδια όργανα που καλούνται να βεβαιώσουν το γνήσιο της υπογραφής δεν έχουν καμία υποχρέωση να υπεισέρχονται και στο περιεχόμενο του εγγράφου επί του οποίου έχει τεθεί η υπογραφή.

Επίσης η Ανεξάρτητη Αρχή ‘‘Ο Συνήγορος του Πολίτη’’ είχε διατυπωθεί η άποψη ότι οι δημόσιες αρχές υποχρεούνται να βεβαιώνουν το γνήσιο της υπογραφής ανεξάρτητα από το περιεχόμενο των εγγράφων, διότι η πράξη της βεβαίωσης είναι αυτοτελής (σχετικά έγγραφα είναι τα με αριθ. πρωτ. 8153/25-5-00 από 22-6-2000 προς το Β΄ Α.Τ. Χανίων , 11515/24-7-00 από 16-10-2000 προς τη Γενική Αστυνομική Διεύθυνση Κρήτης και το υπ'αριθμ α/α απο 2008 έγγραφο προς το Α.Τ Θερμης Θεσ/νικης). Η ίδια άποψη έχει διατυπωθεί και από το Υπουργείο Προεδρίας της Κυβέρνησης (ΔΙΣΚΠΟ/Φ.22/44513 από 21-2-1992 έγγραφο), ότι δηλαδή το αρμόδιο όργανο βεβαιώνει μόνο το γνήσιο της υπογραφής του ενδιαφερόμενου χωρίς με την πράξη αυτή να προσδίδεται άλλη εγκυρότητα στην ακρίβεια του κειμένου, παρά μόνο στην εγκυρότητα της υπογραφής του ενδιαφερόμενου.

Η αποδοχή της άποψης αυτής ενέχει τον κίνδυνο καταχρηστικής άσκησης δικαιωμάτων (άρθρο 25 παρ.3 Συντάγματος, άρθρο 281 Αστικού Κώδικα) αντιβαίνει δηλαδή σε βασικό κανόνα δημόσιας τάξης. Για το λόγο αυτό δεν έγινε αποδεκτή από το Αρχηγείο Ελληνικής Αστυνομίας (Σχετικό είναι το με αριθ. πρωτ. 1010/1/16α από 3-1-2001 έγγραφο της Διεύθυνσης Οργάνωσης-Νομοθεσίας /Α.Ε.Α. προς το Συνήγορο του Πολίτη).

Β) Υπ'αριθμ 1538 απο 20/10/1992 ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ ΤΟΥ ΝΟΜΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΟΥ η οποία συνοπτικά αναφέρει οτι το Υπουργείο Εξωτερικών με έγγραφά του έχει καταστήσει γνωστό ότι επί του θέματος έχει ορίσει ότι η επικύρωση της υπογραφής στα ξενόγλωσσα κείμενα, τα οποία πρόκειται να υποβληθούν σε ξένες αρχές, να γίνεται από τις αστυνομικές και λοιπές δημοτικές και κοινοτικές αρχές κατόπιν προσκομίσεως από τον ενδιαφερόμενο στις αρχές αυτές μεταφράσεως (όχι επίσημης) του ξενόγλωσσου κειμένου στην ελληνική προς έλεγχο του επιλήψιμου ή μη αυτού, η οποία (μετάφραση), μετά τη θεώρηση της υπογραφής του μεταφραστή κατά τα κανονισμένα, θα τηρείται στο αρχείο της Υπηρεσίας που έκανε την επικύρωση της υπογραφής στο ξενόγλωσσο κείμενο.
Κατά συνέπεια δεν μπορεί να γίνει επικύρωση της υπογραφής σε ξενόγλωσσο έγγραφο χωρίς την τήρηση της ως άνω διαδικασίας.

Δηλαδή υπάρχει μια αντίφαση μεταξύ των ανωτέρω γνωμοδοτήσεων αφου η α) δεν υποχρέωνει τα αρμόδια όργανα που καλούνται να βεβαιώσουν το γνήσιο της υπογραφής να υπεισέρχονται και στο περιεχόμενο του εγγράφου επί του οποίου έχει τεθεί η υπογραφή άδιαφορόντας αν είναι ξενόγλωσα ΕΝΩ η β) εξηγει και μάλιστα με λεπτομέριες πως ακριβώς θα γίνει η βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής σε ξενόγλωσσα έγγραφα αφου υποχρεώνει τα αρμόδια όργανα να υπεισέρχοντε στο περιεχόμενο του εγγράφου αφου απαιτεί την μετάφραση του , ενώ αν δεν τηρηθει η εν λόγω διαδικάσια ΔΕΝ μπορει να βεβαιωθει το γνήσιο της υπογραφης .

Ενω το ΑΕΑ με το υπ’ αριθμ. 1010/2/285-γ/23.9.08 έγγραφό του προς την Ανεξάρτητη Αρχή ‘‘Ο Συνήγορος του Πολίτη’’ φαίνεται να αποδέχεται την Α) γνωμοδότηση που αρχικά απέρριπτε αφου στο ως άνω έγγραφο το ΑΕΑ αποδέχτηκε την αρχή της εν αμφιβολία υποχρεώσεως της διοικητικής αρχής να θεωρεί χωρίς έλεγχο περιεχομένου του εκάστοτε εγγράφου το
γνήσιον της επ’ αυτού τιθέμενης υπογραφής .

Κατα την προσωπική μου αποψη εκδόθηκε μια νέα γνωμοδότηση του Ν.Σ.Κ μετα την ιδρυση των ΚΕΠ στην οποια οι αρμόδιοι υπάλληλοι για την βεβαίωση του γνησίου της υπογραφης δεν ειναι τόσο νομικά καταρτισμένοι ωστε να μπόρουν να διακρίνουν το μη νόμιμο στο περιεχόμενο του προσκομιζόμενου σε αυτους εγγραφου και έτσι προκειμενου να αποποιηθουν κάθε ευθύνη εκδόθηκε αυτη η γνωμοδότηση που τους απαλλάσει απο καθέ ευθύνη .
Απο την άλλη όμως ως αστυνομικός δεν ανέχομαι να μου λένε οτι δεν έχω δικαίωμα να διαβάζω το περιεχόμενο αδιαφορόντας ακόμα και για τυχών υβρις που μπορεί να περιέχει ή ακόμα να ομολογεί αξιοποινες πράξεις σε ξένη γλώσσα η ακόμα και στην Ελληνική.

Επειδη υπάρχει μια ασάφια και διευκρινηστικη διαταγή δεν υπαρχει (Η' δεν εχει περιέλθει στην γνώση μου) ενω παρατηρειτε ο κάθενας να κάνει οτι θέλει και οι περισσότεροι , αν οχι όλοι , [b]να μην βεβαιώνουν [/b]το γνησίο της υπογραφής επι ξενόγλωσσα έγγραφα μήπως ξέρει κανείς κατι περισσότερο ?
Πριν τεθεί ιεραρχικά ερώτημα προς το ΑΕΑ/Δ-ΝΣΗ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ γιατι η απάντηση λογικά θα αργήσει παρα πολυ...
[u][/u]

[edit time=1324130022]srek[/edit]

Υποβλήθηκε από manager. Ημερομηνία: Σάβ, 12/17/2011 - 17:41 Μόνιμος σύνδεσμος

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ Ν.Σ.Κ. 317/2007

Ερωτάται α) αν κατά τη βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής η διοικητική αρχή οφείλει να ελέγχει το επιλήψιμο του περιεχομένου του εγγράφου επί του οποίου υπογράφει ο ενδιαφερόμενος, και β) αν απαιτείται, κατά τη βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής επί ξενογλώσσου εγγράφου, να υποβάλλεται από τον ενδιαφερόμενο και ανεπίσημη μετάφραση αυτού.

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ & ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΝΟΜΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ
ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ υπ’αρ. 317/2007
ΤΟΥ ΝΟΜΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ
Α2 Τμήματος Διακοπών
Συνεδρίαση της 25ης Ιουλίου 2007

Σύνθεση:
Πρόεδρος:Αλέξανδρος Τζεφεράκος, Αντιπρόεδρος του Ν.Σ.Κ.
Μέλη:Π. Κισσούδης, Ν. Μαυρίκος, Φ. Γεωργακόπουλος,Π. Κιούσης, Α. Φυτράκης, Π. Τριανταφυλλίδης, Ηλ. Ψώνης, Αλ. Καραγιάννης, Χρ. Αυγερινού, Στ. Δέτσης, Μ. Ανδροβιτσανέα, Β. Δούσκα και Θ. Ψυχογιός, Νομικοί
Σύμβουλοι του Κράτους
Πάρεδροι
(γνώμες χωρίς ψήφο): Νικόλαος Ι. Δασκαλαντωνάκης, Πάρεδρος του Ν.Σ.Κ.
Ερώτημα: Αριθμ.πρωτ. ΔΙΣΚΠΟ/Φ. 15/281/12.4.2007 έγγραφο Της Γενικής Γραμματείας Δημόσιας Διοίκησης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης του Υπουργείου Εσωτερικών , Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης.

Περίληψη Ερωτήματος: Ερωτάται α) αν κατά τη βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής η διοικητική αρχή οφείλει να ελέγχει το επιλήψιμο του περιεχομένου του εγγράφου επί του οποίου υπογράφει ο ενδιαφερόμενος, και β) αν απαιτείται, κατά τη βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής επί ξενογλώσσου εγγράφου, να υποβάλλεται από τον ενδιαφερόμενο και ανεπίσημη μετάφραση αυτού.

Επί του ως άνω ερωτήματος το Α2 Τμήμα Διακοπών του Ν.Σ.Κ. γνωμοδότησε ως ακολούθως:

Ι. Ο Κώδικας Διοικητικής Διαδικασίας, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν.2690/1999 «Κύρωση του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας και άλλες διατάξεις» (Α΄ 45), ορίζει στο υπό τον τίτλο «Πεδίο εφαρμογής των διατάξεων του Κώδικα» άρθρο 1 ότι: «Οι διατάξεις του Κώδικα αυτού εφαρμόζονται στο Δημόσιο, στους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης και στα άλλα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου», στην παράγραφο 1 του άρθρου 11 ότι: «Η βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής του ενδιαφερομένου γίνεται από οποιαδήποτε διοικητική αρχή ή από τα Κ.Ε.Π., βάσει του δελτίου ταυτότητας ή των αντίστοιχων εγγράφων που προβλέπονται στο άρθρο 3» (η φράση «ή από τα Κ.Ε.Π. » στην παράγραφο αυτή προστέθηκε με την παράγραφο 3 του άρθρου 16 του ν.3345/2005, Α’ 138) και στην παράγραφο 1 του άρθρου 33 ότι: «Από την έναρξη της ισχύος του Κώδικα, αν σε αυτόν δεν ορίζεται διαφορετικά, καταργείται κάθε γενική διάταξη η οποία αναφέρεται σε θέμα ρυθμιζόμενο από αυτόν».

ΙΙ. Από τις προαναφερθείσες διατάξεις προκύπτει ότι κατά νόμον απαιτείται βεβαίωση γνησίου υπογραφής, ο ενδιαφερόμενος μπορεί να ζητήσει από οποιαδήποτε διοικητική αρχή ή από τα Κ.Ε.Π. τη βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής του βάσει του δελτίου της ταυτότητας του ή των αντίστοιχων εγγράφων που προβλέπονται στο άρθρο 3 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασιάς, δηλαδή της σχετικής προσωρινής βεβαίωσης της αρμόδιας αρχής ή του διαβατηρίου. Η βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής προυποθέτει απαραίτητα έγγραφα και δεν νοείται επί άγραφης σελίδας. Αφορά όμως μόνο το γνήσιο της υπογραφής του ενδιαφερομένου και όχι και το περιεχόμενο του εγγράφου. Το όργανο της διοικητικής αρχής ή του Κ.Ε.Π. από το οποίο ζητείται η βεβαίωση δεν έχει υποχρέωση να ελέγξει το περιεχόμενο του εγγράφου ούτε δικαιούται να αρνηθεί τη βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής, εκτός αν από αυτό (περιεχόμενο του εγγράφου) ή από σχετική δήλωση του ίδιου του ενδιαφερομένου προκύπτει κατά τρόπο πρόδηλο τέλεση ποινικού ακικήματος ή αντίθεση στα χρηστά ήθη ή αν υπάρχει προγενέστερη ή ταυτόχρονη καταγγελία τρίτου σε σχέση με το έγγραφο επί του οποίου ζητείται η βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής. Τα παραπάνω βέβαια υπό την επιφύλαξη της εφαρμογής τυχόν υπαρχουσών ειδικών διατάξεων, οι οποίες εξακολουθούν να ισχύουν, αφού με το άρθρο 33 παρ.1 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας καταργήθηκαν μόνο οι γενικές διατάξεις που αναφέρονται σε θέματα ρυθμιζόμενα από αυτόν.

ΙΙΙ. Εξάλλου, από τις ίδιες διατάξεις του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας και υπό την επιφύλαξη πάντοτε της εφαρμογής τυχόν ειδικών διατάξεων προκύπτουν και τα ακόλουθα: Η βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής γίνεται ανεξάρτητα από τη γλώσσα στην οποία έχει συνταχθεί το έγγραφο επί του οποίου τίθεται η υπογραφή, δηλαδή και επί ξενόγλωσσων εγγράφων, αφού τέτοια διάκριση στις παραπάνω διατάξεις δεν γίνεται. Περαιτέρω , κατά τη θεώρηση του γνησίου της υπογραφής επί ξενογλώσσου εγγράφου δεν απαιτείται να υποβάλλεται από τον ενδιαφερόμενο και μετάφραση αυτού, αφού, όπως έγινε ήδη δεκτό, το όργανο της διοικητικής αρχής ή του Κ.Ε.Π., από το οποίο ζητείται η βεβαίωση, δεν υποχρεούται να αναγνώσει το έγγραφο.

ΙV. Εν όψει των ανωτέρω, κατά την ομόφωνη γνώμη του Τμήματος, τόσο στο πρώτο όσο και στο δεύτερο σκέλος του τιθέμενου ερωτήματος προσήκει απάντηση αρνητική.

Ο Πρόεδρος του Τμήματος Ο Εισηγητής

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΤΖΕΦΕΡΑΚΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Ι. ΔΑΣΚΑΛΑΝΤΩΝΑΚΗΣ

Αντιπρόεδρος του Ν.Σ.Κ. Πάρεδρος του Ν.Σ.Κ.

Υποβλήθηκε από manager. Ημερομηνία: Σάβ, 12/17/2011 - 17:42 Μόνιμος σύνδεσμος

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ Ν.Σ.Κ. 381/2002

Ερωτάται αν είναι σύννομη η πρακτική που τηρείται από δημόσιες υπηρεσίες, οι οποίες, όταν προσάγεται για να χρησιμοποιηθεί ενώπιον αυτών έγγραφο που έχει εκδοθεί από αλλοδαπή αρχή, παράγουν φωτοαντίγραφο αυτού, το επικυρώνουν και το καταχωρούν στο φάκελλο της συγκεκριμένης υποθέσεως, επιστρέφοντας το πρωτότυπο στον ενδιαφερόμενο.

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΝΟΜΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ
Αριθμός Γνωμοδοτήσεως 381/2002
ΤΟ ΝΟΜΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ
Τμήμα Γ΄
Συνεδρίαση της 20ής Ιουνίου 2002
Σύνθεση:
Προεδρεύων: Γεώργιος Πουλάκος, Αντιπρόεδρος Ν.Σ.Κ.
Νομικοί Σύμβουλοι: Π.Κισσούδης, Ν.Μαυρίκας, Δ.Παπαγεωργόπουλος, Δ.Παπαδόπουλος, Β.Χασαπογιάννης, Π.Τριανταφυλλίδης
Πάρεδροι (γνώμες χωρίς ψήφο): Νικόλαος Ι. Δασκαλαντωνάκης
Εισηγητής: Νικόλαος Ι. Δασκαλαντωνάκης
Αριθμ.Ερωτήματος: ΔΙΣΚΠΟ/Φ.22/5756/21.3.2002 Γενικής Γραμματείας Δημόσιας Διοίκησης του Υπουργείου Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης.

Περίληψη ερωτήματος: Ερωτάται αν είναι σύννομη η πρακτική που τηρείται από δημόσιες υπηρεσίες, οι οποίες, όταν προσάγεται για να χρησιμοποιηθεί ενώπιον αυτών έγγραφο που έχει εκδοθεί από αλλοδαπή αρχή, παράγουν φωτοαντίγραφο αυτού, το επικυρώνουν και το καταχωρούν στο φάκελλο της συγκεκριμένης υποθέσεως, επιστρέφοντας το πρωτότυπο στον ενδιαφερόμενο.

Σχετικά με το ερώτημα αυτό το Γ΄ Τμήμα του Ν.Σ.Κ. γνωμοδότησε ως ακολούθως:

Ι.α. Ο Κώδικας Διοικητικής Διαδικασίας, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν.2690/1999 « Κύρωση του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας και άλλες διατάξεις», ορίζει στο υπό τον τίτλο «Πεδίο εφαρμογής των διατάξεων του Κώδικα» άρθρο 1 ότι « Οι διατάξεις του Κώδικα αυτού εφαρμόζονται στο Δημόσιο, στους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης και στα άλλα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου» και στο άρθρο 11 ορίζει τα εξής: «-1. ......-2. Την επικύρωση αντιγράφου από το πρωτότυπο, ή από το ακριβές αντίγραφο της αρχής που εξέδωσε το πρωτότυπο, μπορεί να ζητήσει ο ενδιαφερόμενος από οποιαδήποτε διοικητική αρχή, δικηγόρο ή συμβολαιογράφο... -3. Οι διοικητικές αρχές οφείλουν να δέχονται επικυρωμένα αντίγραφα πιστοποιητικών, βεβαιώσεων ή άλλων δικαιολογητικών στοιχείων. Τα αντίγραφα αυτά, όπως και εκείνα που συνοδεύονται από την, κατά την παρ.5 του άρθρου 3, υπεύθυνη δήλωση, γίνονται δεκτά, όπως το πρωτότυπο».

β . Όπως έγινε δεκτό με την υπ’αριθ. 233/2000 γνωμοδότηση της Ολομέλειας του Ν.Σ.Κ., από τις διατάξεις του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας που εκεί αναφέρονται προκύπτει ότι δεν είναι επιτρεπτή κατά το άρθρο 11 παρ.2 αυτού η επικύρωση αντιγράφων από έγγραφα που έχουν εκδοθεί υπό αλλοδαπό νομικό καθεστώς. Και τούτο διότι οι διατάξεις του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας εφαρμόζονται μόνο σε έγγραφα που έχουν εκδοθεί στο πλαίσιο της εθνικής έννομης τάξεως και έχουν προέλθει από ημεδαπές διοικητικές αρχές (Δημόσιο, οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης και άλλα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου). Κατ’ ακολουθία μόνο από έγγραφα αυτής της φύσεως επιτρέπεται βάσει του άρθρου 11 παρ.2 του παραπάνω Κώδικα η επικύρωση αντιγράφων. Ειδικότερα, η προκείμενη διάταξη, εντασσόμενη στον Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας, αναφέρεται προδήλως μόνο σε έγγραφα που παράγονται από ημεδαπές διοικητικές αρχές και υπό το ημεδαπό νομοθετικό καθεστώς, και όχι σε έγγραφα που προέρχονται από αλλοδαπές αρχές και έχουν εκδοθεί στα πλαίσια αλλοδαπών εννόμων τάξεων.

ΙΙ. Τίθεται ήδη το ερώτημα αν τα παραπάνω εκτιθέμενα ισχύουν σε περιπτώσεις που ο ενδιαφερόμενος δεν ζητεί την επικύρωση αντιγράφου αλλοδαπού εγγράφου με σκοπό να παραλάβει το επικυρωθέν αντίγραφο και να το χρησιμοποιήσει γενικά σε κάποια νόμιμη χρήση, αλλά προσάγει έγγραφο αλλοδαπής αρχής σε ημεδαπή δημόσια αρχή και με σκοπό να το χρησιμοποιήσει ενώπιον αυτής ως απαιτούμενο από το νόμο δικαιολογητικό στοιχείο ζητεί από την αρχή αυτή να παραγάγει φωτοαντίγραφο του αλλοδαπού εγγράφου, να το επικυρώσει, να το καταχωρήσει στον φάκελλο της υποθέσεως του για να το χρησιμοποιήσει αυτή και μόνο και στη συνέχεια να του επιστρέψει το πρωτότυπο. Παρατηρείται ότι στην περίπτωση αυτή δεν πρόκειται για επικύρωση αντιγράφου κατά το άρθρο 11 παρ.2 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας, αλλά για βεβαίωση που χρησιμεύει αποκλειστικά στην υπηρεσία ότι προσήχθη το απαιτούμενο αλλοδαπό έγγραφο και ότι όμοιό του είναι αυτό που παραμένει στον υπηρεσιακό φάκελλο. Η πρακτική αυτή των δημοσίων υπηρεσιών, μη στηριζόμενη στο νόμο, πρέπει να θεωρηθεί ως σύννομη επειδή πρόκειται για έγγραφο το οποίο απαιτείται από το νόμο ως δικαιολογητικό στοιχείο, εκτός βέβαια αν από τις εκάστοτε ειδικές διατάξεις προκύπτει ότι αξιώνεται η κατάθεση του ίδιου του αλλοδαπού εγγράφου ως απολύτως αναγκαίου, πράγμα που οφείλει να διαπιστώνει κάθε φορά η αρμόδια Υπηρεσία με επισκόπηση και ερμηνεία των διατάξεων που απαιτούν το συγκεκριμένο δικαιολογητικό στοιχείο. Ειδικά πάντως όσον αφορά το διαβατήριο, παρατηρείται ότι από τις διατάξεις των άρθρων 8 παρ.4 και 59 του ν.2910/2001 « είσοδος και παραμονή αλλοδαπών στην Ελληνική Επικράτεια. Κτήση της Ελληνικής ιθαγένειας με πολιτογράφηση και άλλες διατάξεις» ως δικαιολογητικό στοίχειο των αιτήσεων για χορήγηση άδειας παραμονής αλλοδαπού και για πολιτογράφηση αντίστοιχα απαιτείται «αντίγραφο διαβατηρίου ή άλλου ταξιδιωτικού εγγράφου», το δε φωτοαντίγραφο που παράγουν και επικυρώνουν οι υπηρεσίες από το προσαγόμενο σ’αυτές διαβατήριο του ενδιαφερομένου, κατά τα αναφερόμενα στο ερώτημα, πληροί τις προυποθέσεις του απαιτουμένου από τις παραπάνω διατάξεις αντιγράφου.

ΙΙΙ. Εν όψει των ανωτέρω, κατά την ομόφωνη γνώμη του Τμήματος στο τιθέμενο ερώτημα προσήκει η απάντηση ότι δεν αποκλείεται από το νόμο η αναφερόμενη σ’αυτό πρακτική των δημοσίων υπηρεσιών, όπως επί του διακρατουμένου υπ’αυτών αντιγράφου του προσαγομένου και απαιτουμένου κατά νόμον εγγράφου αλλοδαπής αρχής βεβαιώνουν ότι είναι όμοιο προς το πρωτότυπο, εκτός αν από τις εκάστοτε εφαρμοζόμενες ειδικές διατάξεις προκύπτει ότι απαιτείται να κατατεθεί και να παραμείνει στον υπηρεσιακό φάκελλο το ίδιο το πρασαγόμενο έγγραφο της αλλοδαπής αρχής.

Ο Προεδρεύων Ο Εισηγητής
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΟΥΛΑΚΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Ι. ΔΑΣΚΑΛΑΝΤΩΝΑΚΗΣ
ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ν.Σ.Κ. ΠΑΡΕΔΡΟΣ Ν.Σ.Κ.

Υποβλήθηκε από manager. Ημερομηνία: Σάβ, 12/17/2011 - 17:46 Μόνιμος σύνδεσμος

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Αθήνα, 20 Οκτωβρίου 1992
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΝΟΜΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΠΡΟΣ: Υπουργείο Δημόσιας Τάξης
ΓΡΑΦΕΙΟ ΝΟΜΙΚΟΥ ΣΥΝΒΟΥΛΟΥ Διεύθυνση Μελετών/ Τμήμα 3ο
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΤΑΞΗΣ Ε ν τ α ύ θ α
Αριθ. πρωτ.: 3382 Φ. Γν. 1538

Σε απάντηση του με αριθ. 7011/10/27-δ/30-9-92 εγγράφου σας γνωρίζουμε τα ακόλουθα:
Το άρθρο 24 του π.δ. 75/87 στις παραγρ. 1 και 4 ορίζει τα εξής:
1. Οι Υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας, αν δεν ορίζεται διαφορετικά από τις ισχύουσες διατάξεις, μπορούν να βεβαιώνουν το ιδιόχειρο της υπογραφής των πολιτών επάνω σε έγγραφα, τα οποία υπογράφουν ενώπιον του αρμόδιου οργάνου.
4. Για τη βεβαίωση του ιδιόχειρου της υπογραφής σε έγγραφα γραμμένα στην ελληνική ή ξένη γλώσσα και προορισμένα να χρησιμοποιηθούν σε ξένες αρχές που εδρεύουν, είτε στην Ελλάδα, είτε στο εξωτερικό, καθώς και για την επικύρωση αντιγράφων εγγράφων γραμμένων σε ξένη γλώσσα, ακολουθείται η διαδικασία που ορίζεται από το Υπουργείο Εξωτερικών.
Το Υπουργείο Εξωτερικών με έγγραφά του έχει καταστήσει γνωστό ότι επί του θέματος έχει ορίσει ότι η επικύρωση της υπογραφής στα ξενόγλωσσα κείμενα, τα οποία πρόκειται να υποβληθούν σε ξένες αρχές, να γίνεται από τις αστυνομικές και λοιπές δημοτικές και κοινοτικές αρχές κατόπιν προσκομίσεως από τον ενδιαφερόμενο στις αρχές αυτές μεταφράσεως (όχι επίσημης) του ξενόγλωσσου κειμένου στην ελληνική προς έλεγχο του επιλήψιμου ή μη αυτού, η οποία (μετάφραση), μετά τη θεώρηση της υπογραφής του μεταφραστή κατά τα κανονισμένα, θα τηρείται στο αρχείο της Υπηρεσίας που έκανε την επικύρωση της υπογραφής στο ξενόγλωσσο κείμενο.
Κατά συνέπεια δεν μπορεί να γίνει επικύρωση της υπογραφής σε ξενόγλωσσο έγγραφο χωρίς την τήρηση της ως άνω διαδικασίας.
Περαιτέρω επειδή η διάταξη ομιλεί περί εγγράφου, δηλαδή περί γραπτού δυναμένου να έχει νομική σημασία, αποτελούντος δηλαδή δήλωση ανθρώπινης σκέψεως, νοητής τουλάχιστον στους ενδιαφερόμενους και πρόσφορου να χρησιμεύσει ως βάση για ενάσκηση δικαιώματος, συμφωνούμε πλήρως προς την παρ. 7γ της υπ’ αριθ. 7011/10/27α/29-11-91 εγκυκλίου του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης εχούσης ως εξής:
«Η θεώρηση του γνησίου της υπογραφής ‘‘εν λευκώ’’, δηλαδή σε λευκό χαρτί ή σε έντυπα υπευθύνων δηλώσεων, βεβαιώσεων κ.λ.π., επί των οποίων δεν έχει συμπληρωθεί το περιεχόμενο της δήλωσης ή βεβαίωσης του ενδιαφερόμενου, δεν επιτρέπεται, ως μη σύννομη, αφού, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις (άρθρο 24 παρ. 1 π.δ. 75/1987), η θεώρηση (βεβαίωση) του γνησίου της υπογραφής γίνεται επί εγγράφων. Έγγραφο, βεβαίως, δε θεωρείται το λευκό χαρτί ούτε και το έντυπο της δήλωσης, βεβαίωσης, εξουσιοδότησης κ.λ.π, στο οποίο έχουν συμπληρωθεί μόνο οι ενδείξεις των στοιχείων ταυτότητας του ενδιαφερόμενου, χωρίς να περιλαμβάνεται και η δήλωση της βούλησης αυτού ή άλλο στοιχείο προορισμένο ή πρόσφορο να αποδείξει γεγονός που έχει έννομη σημασία. Επιπλέον, ο τρόπος αυτός ενέργειας εντάσσεται και στα γενικότερα πλαίσια της αποστολής του Σώματος της Ελληνικής Αστυνομίας, μπορεί δηλαδή να αποτρέψει ενέργειες αθέμιτες, παράνομες ή αντίθετες προς τα χρηστά ήθη».
Κατά συνέπεια, δεν είναι δυνατή η θεώρηση γνησίου υπογραφής επί εγγράφου που δεν περιέχει δήλωση του ενδιαφερόμενου.
Ο ΝΟΜΙΚΟΣ ΣΥΝΒΟΥΛΟΣ
ΡΙΖΟΣ ΑΝΤΩΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ
*Η γνωμοδότηση αυτή έγινε αποδεκτή από τον Υπουργό Δημόσιας Τάξης.
( Απόφαση στο 7011/10/27ζ /11-11-2000 ΕΙΣ. ΣΗΜ. Διεύθυνσης Μελετών /Υ.Δ.Τ.)

Αντίθετη άποψη διατυπώθηκε από το Συνήγορο του Πολίτη (8153/25-5-00 από 22-6-2000 έγγραφο προς Β΄Α.Τ. Χανίων και 11515/27-4-00 από 16-10-2000 όμοιο προς Γενική Αστυνομική Διεύθυνση Κρήτης). Σύμφωνα με αυτή οι δημόσιες αρχές υποχρεούνται να βεβαιώνουν το γνήσιο της υπογραφής ανεξάρτητα από το περιεχόμενο των εγγράφων, διότι η πράξη της βεβαίωσης είναι αυτοτελής. Η ίδια άποψη έχει διατυπωθεί και από το Υπουργείο Προεδρίας της Κυβέρνησης (ΔΙΣΚΠΟ/Φ.22/44513 από 21-2-1992 έγγραφο), ότι δηλαδή το αρμόδιο όργανο βεβαιώνει μόνο το γνήσιο της υπογραφής του ενδιαφερόμενου χωρίς με την πράξη αυτή να προσδίδεται άλλη εγκυρότητα στην ακρίβεια του κειμένου, παρά μόνο στην εγκυρότητα της υπογραφής του ενδιαφερόμενου. Η άποψη αυτή δεν είναι ορθή, καθόσον αντίκειται στις αρχές του δικαίου και στην αποστολή της Ελληνικής Αστυνομίας, όπως ορίζεται στο ν. 2800 (Φ.Ε.Κ. α΄-41). Σχετικό είναι το με αριθ. πρωτ. 1010/1/16α από 3-1-2001 έγγραφο της Διεύθυνσης Οργάνωσης-Νομοθεσίας του Αρχηγείου Ελληνικής Αστυνομίας προς το Συνήγορο του Πολίτη.

Υποβλήθηκε από manager. Ημερομηνία: Σάβ, 12/17/2011 - 18:00 Μόνιμος σύνδεσμος

[url=http://www.astynomia.gr/images/stories/Attachment14420_egkyklios_30_11_… διοικητικών διαδικασιών Α.Ε.Α.
Η ΒΕΒΑΙΩΣΗ ΤΟΥ ΓΝΗΣΙΟΥ ΤΗΣ ΥΠΟΓΡΑΦΗΣ
ΚΑΙ Η ΕΠΙΚΥΡΩΣΗ ΑΝΤΙΓΡΑΦΟΥ ΕΓΓΡΑΦΟΥ.[/url]

[edit time=1324138136]manager[/edit]

Υποβλήθηκε από SREK. Ημερομηνία: Δευ, 12/19/2011 - 20:45 Μόνιμος σύνδεσμος

Αυτό το εγχειριδιο έχω κ εγώ αλλα έχει εκδοθει το 2005 ΠΡΙΝ την νεα γνωμοδοτηση του ΝΣΚ (317/2007) που αναιρει την προηγουμενη (3382/92) . Στο εν λόγω εγχειριδιο η θέση του ΑΕΑ είναι διαφορετηκη απο αυτην που διατυπωνεται μεταγενεστερα . Υπαρχει μια ασαφεια αλλα λογικα το ΑΕΑ θα συμορφωθηκε με την οδηγια του Συνηγορου του πολιτη οπως προκυπτει απο την γνωμοδοτηση . Δηλαδη μέλλον ''περασε'' το δικό τους κ δεν εχουμε δικαιωμα να επεισερχομαστε στο περιεχομενο του εγγραφου στο οποιο καλουμαστε να βεβαιωσουμε το γνησιο υπογραφης . Τουλαχιστον να εκδοθει νεα διαταγη - εγχειριδιο ωστε ο καθε αστ/κος να μην εκτιθετε ενοπιων των ''δηθεν'' νομικα καταρτισμενων πολιτων που αλλη δουλεια δεν εχουν απο το να το παιζουν εξυπνοι στους νεοεξερχομενους κ απειρους αστυφυλακες ...

Υποβλήθηκε από manager. Ημερομηνία: Σάβ, 10/27/2012 - 00:19 Μόνιμος σύνδεσμος

Δες [url=http://www.policenet.gr/portal/eforum/forum-astynomikos-astynomia/403.h…] την ανάρτησή μας για το ΓΝΗΣΙΟ ΥΠΟΓΡΑΦΗΣ
[url=http://www.policenet.gr/portal/eforum/forum-astynomikos-astynomia/403.h…]
Θα βρεις και το Εγχειρίδιο διοικητικών διαδικασιών Α.Ε.Α.

Υποβλήθηκε από SREK. Ημερομηνία: Τρί, 06/04/2013 - 23:07 Μόνιμος σύνδεσμος

Εν τέλει με το νεο εγχειριδιο διοικητικών διαδικασιών (2012) διευκρινίστηκε το θέμα σχετικά με την υποχρέωση ελέγχου του επιλήψιμου του εγγράφου ο οποίος προβλέποταν με το παλαιότερο εγχειριδιο (2005).

Πλέον ΔΕΝ απαιτείται ο έλεγχος του επιλήψιμου του εγγράφου, επειδή η πράξη της θεώρησης του γνησίου της υπογραφής είναι αυτοτελής και δεν προσδίδεται με αυτή εγκυρότητα στην ακρίβεια του κειμένου, αλλά μόνο στην υπογραφή του ενδιαφερομένου.

*Σχετικη σελ.14(2005) και σελ.43(2012)

Policenet.gr © | 2024 Όροι Χρήσης.
developed by Pixelthis