Συνέντευξη στην Ευαγγελία Καρεκλάκη
Ήταν μόλις 19 ετών όταν η Σύρια Ντοά Αλ Ζαμέλ έπιασε σφιχτά το χέρι του Μπασέμ, του αρραβωνιαστικού της, και μπήκαν σε δουλεμπορικό πλοιάριο προκειμένου να διασχίσουν την Μεσόγειο. Θα τους πήγαιναν στην Ιταλία και θα έβρισκαν τρόπο να φθάσουν στην Σουηδία. Η Ντοά φοβόταν τη θάλασσα, όμως η ζωή στην Αίγυπτο ήταν πολύ άσχημη. Είχε ήδη βιώσει τον «ξεριζωμό» καθώς σε ηλικία 16 ετών αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν οικογενειακώς την βομβαρδισμένη Νταράα της Συρίας, την πόλη όπου γεννήθηκε και μεγάλωσε, λόγω του εμφύλιου πολέμου. Μαζί με άλλους 500 ανθρώπους, άνδρες και γυναικόπαιδα, τον Σεπτέμβριο του 2014 μπήκαν, με την ελπίδα μιας καλύτερης ζωής, σε μία παλιά, σκουριασμένη ψαρόβαρκα. Τέσσερις ημέρες μετά, σκάφος, στο οποίο επέβαιναν εξαγριωμένοι άνδρες, εμβόλισε το πλοιάριο που άρχισε να βυθίζεται. Ακολούθησε χάος. Ουρλιαχτά, κλάματα, προσευχές.
Διαβάστε επίσης
Πολύς κόσμος παγιδεύτηκε θανάσιμα στο κύτος του πλοίου. Κάποιοι άλλοι κομματιάστηκαν από τις προπέλες και το αίμα τους έβαψε κόκκινη τη θάλασσα. Πολλοί βρέθηκαν μέσα στο νερό χωρίς κανένα σωστικό μέσο. Ο Μπασέμ κατάφερε να βρει ένα παιδικό σωσίβιο που το φόρεσε στην Ντοά όσο εκείνος κρατιόταν από το πλάι. Ήταν όλοι εξαντλημένοι και το νερό τρομακτικά παγωμένο. Όσο περνούσαν οι ώρες, τόσο έβλεπε να χάνονται άνθρωποι από την επιφάνεια της θάλασσας. Ανάμεσα σε αυτούς και ο αγαπημένος της Μπασέμ. Λίγο πριν το τελευταίο άγγιγμα, το τελευταίο κοίταγμα, το πιο σπαρακτικό φιλί, τον «κατάπιε» η μαύρη θάλασσα. Με τον θάνατο να την πολιορκεί ασφυκτικά, η Ντοά βρέθηκε ξαφνικά να κρατά στην αγκαλιά της δύο ξένα μωρά, την Μαλάκ και την Μάσα. Την παρακάλεσαν να τα σώσει οι δικοί τους πριν χαθούν για πάντα στα νερά της Μεσογείου. Και εκείνα ήταν ακόμα πιο τρομαγμένα από την ίδια. Για τέσσερις ημέρες και τρεις νύχτες, αγκαλιασμένες σφιχτά, με τραγουδάκια και προσευχές, πάλεψαν για την επιβίωση τους μέχρι που τις εντόπισαν. Δυστυχώς η μικρή Μαλάκ δεν τα κατάφερε. Η ψυχή της πέταξε στον ουρανό λίγες ώρες μετά τη διάσωση της.
Η μικρή Μάσα, μόλις 17 μηνών, διακομίστηκε σε κρίσιμη κατάσταση στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Ηρακλείου καθώς είχε σοβαρά συμπτώματα αφυδάτωσης και εμφάνιζε έκπτωση της λειτουργίας των ζωτικών της οργάνων. Συγκλονισμένοι οι γιατροί έπεσαν πάνω στο κοριτσάκι για να το σώσουν και να δώσουν πρόσωπο στην ελπίδα. Στο ναυάγιο χάθηκαν σχεδόν 500 ψυχές. Η Μάσα-που τότε κάποιοι την είχαν «βαπτίσει» Νάντια-ήταν το προσφυγόπουλο που νίκησε το θάνατο στα κύματα της Μεσογείου, με φύλακα-άγγελο την 19χρονη Ντοά. Το κοριτσάκι επανασυνδέθηκε με έναν θείο του, αδερφό του πατέρα του, που ζούσε στην Σουηδία. Εκεί σχεδίαζαν να εγκατασταθούν και οι γονείς του, οι οποίοι πνίγηκαν στο ταξίδι. Η Ντοά έζησε κάποιους μήνες στην Κρήτη και εν συνεχεία εγκαταστάθηκε στην Σουηδία με ευθύνη της Ύπατης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών για τους πρόσφυγες.
Η μικρή Μάσα στην αγκαλιά του τότε διοικητή του ΠΑΓΝΗ κ. Χαριτάκη. Το κοριτσάκι επιβίωσε από θαύμα, με φύλακα-άγγελο την 19χρονη τότε Ντοά / Φωτογραφία Ευαγγελία Καρεκλάκη
Ένδεκα χρόνια μετά, το Cretalive.gr «συνάντησε» την 30χρονη, σήμερα, Ντοά Αλ Ζαμέλ, ένα πρόσωπο-σύμβολο που «ξαναγεννήθηκε» μέσα από αυτήν πολύνεκρη τραγωδία. Η Ντοά, αξιοσέβαστη πλέον ομιλήτρια για το προσφυγικό και τα ανθρώπινα δικαιώματα με σημαντικές διακρίσεις και βραβεία, μάς λέει τι ήταν εκείνο που την κράτησε ζωντανή και μας μιλάει για την «μυρωδιά» του θανάτου και το χρώμα της ελπίδας . Την ασύλληπτη ιστορία της αφηγείται το βιβλίο «Μία ελπίδα πιο δυνατή από τη θάλασσα» της Μελίσα Φλέμινγκ, εκπροσώπου τότε της Ύπατης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών για τους πρόσφυγες, το οποίο έχει μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες και «ταξιδέψει» μέχρι και την Κίνα.
«Η σιωπή του θανάτου… όταν η θάλασσα τους έχει καταπιεί όλους»
Ερ:-Τον Σεπτέμβριο του 2014 επέζησες από ένα πολύνεκρο ναυάγιο στη Μεσόγειο. Έμεινες τέσσερις μέρες και τρεις νύχτες στη θάλασσα, κρατώντας στη ζωή δύο μωρά που σου εμπιστεύτηκαν οι δικοί τους, πριν πνιγούν. Είδες τον αρραβωνιαστικό σου να χάνεται από την επιφάνεια της θάλασσας. Είδες πολύ θάνατο γύρω σου... Αλήθεια, τι σε κράτησε τότε στη ζωή; Ποιες ήταν οι σκέψεις τις αυτά τα κρίσιμα 24ωρα;
απ: Εκείνες τις στιγμές δεν σκεφτόμουν τίποτα άλλο παρά να αναπνέω. Η θάλασσα ήταν αχανής, απρόσιτη, αθέατη. Έβλεπα ανθρώπους να εξαφανίζονται έναν προς έναν, συμπεριλαμβανομένου του αρραβωνιαστικού μου. Και δεν μπορούσα να κατανοήσω εάν όλο αυτό το ζούσα πραγματικά. Όλα ήταν αργά… οι ήχοι, ο χρόνος, ο πόνος. Στην αγκαλιά μου κρατούσα δύο μικρά παιδιά. Ίσως ήταν αυτά ο λόγος που κρατήθηκα στη ζωή. Έλεγα στον εαυτό μου: δεν μπορώ να πεθάνω όσο είναι στην αγκαλιά μου. Τα κράτησα με όση δύναμη μου είχε απομείνει, σαν να επρόκειτο για τη δική μου επιβίωση. Τη δεύτερη μέρα ένιωθα ότι το σώμα μου δεν μου ανήκε πια. Ήταν η θάλασσα σαν να είχε «καταπιεί» την αίσθηση του χρόνου. Ήμουν μεταξύ πνιγμού και επιβίωσης, μεταξύ ελπίδας και απελπισίας. Ωστόσο, μέσα μου, υπήρχε μια μικρή, αμυδρή αλλά καθαρή φωνή που μου έλεγε: «Περίμενε… κάποιος θα έρθει». Όταν είδα το πλοίο που μας έσωσε, δεν μπορούσα να το πιστέψω. Ένιωθα σαν να είχα βγει από τον κόσμο του θανάτου σε έναν άλλο κόσμο. Δεν ένιωθα αμιγώς χαρά που κατάφερα να επιβιώσω. Υπήρχε, επίσης, πολύς πόνος γιατί όταν επιβιώνεις, κουβαλάς μαζί σου αυτούς που δεν τα κατάφεραν. Ρωτάτε τι με κράτησε στη ζωή. Η ελπίδα και ίσως ότι ο Θεός θέλησε να ζήσω για να πω την ιστορία. Όσοι επιζήσουν από τη θάλασσα, δεν βγαίνουν ποτέ ίδιοι. Ξαναγεννιούνται, κουβαλώντας μαζί τους για πάντα την ιστορία. Κουβαλούν μαζί τους για πάντα αυτήν την ιστορία. Βλέπετε, η επιβίωση δεν είναι το τέλος της ιστορίας, αλλά η αρχή της».
Ερ: -Ποια είναι η «μυρωδιά» του θανάτου και ποιο το χρώμα της ελπίδας;
Απ: Είναι η μυρωδιά της σιωπής, όταν όλα γύρω σου σταματούν. Είναι η μυρωδιά του βουβού φόβου, η μυρωδιά του αποχαιρετισμού που αιωρείται στον αέρα. Μερικές φορές, πάλι, ο θάνατος δεν έχει καθόλου μυρωδιά, κατακλύζει όμως το στήθος σου σαν βαρύς αέρας και συ δεν μπορείς να αναπνεύσεις. Είδα τον θάνατο σε πολλά πρόσωπα, αλλά αυτό που έμεινε στη μνήμη μου δεν ήταν η εικόνα του, αλλά η σιωπή του. Η σιωπή της θάλασσας αφού τους είχε καταπιεί όλους. Έρχεται μια στιγμή που όλος ο κόσμος ακινητοποιείται, σαν να σταματάει ο ίδιος ο χρόνος, σεβόμενος τον θάνατο.
Όσο για το χρώμα της ελπίδας… για μένα, είναι ένα απαλό μπλε, σαν τον ουρανό που έβλεπα περιμένοντας τη διάσωση. Είναι ένα μικροσκοπικό φως στην άκρη του σκότους της θάλασσας, αλλά είναι αρκετό για να σε κρατήσει ζωντανό, αρκετό για να σε κάνει να κρατηθείς στη ζωή παρ' όλα αυτά.
Ερ: - Έχεις επικοινωνήσει από τότε με τη μικρή Μάσα, το κοριτσάκι που έσωσες;
Απ: Δυστυχώς, δεν έχω έρθει σε επαφή με τη Μάσα, αλλλά πραγματικά ελπίζω ότι, μια μέρα, μπορεί να επανασυνδεθούμε.
Πώς είναι η μυρωδιά του θανάτου; ποιο είναι το χρώμα της ελπίδας; τι την κράτησε στη ζωή; Το βιβλίο με την ιστορία της Ντοά έχει ταξιδέψει στα πέρατα του κόσμου - Φωτογραφία: Instragram / doaa_al_zamel_
-ερ: η ιστορία σου μέσα από το βιβλίο «Μία ελπίδα πιο δυνατή από τη θάλασσα» έχει ταξιδέψει μέχρι την Κίνα. Πώς νιώθεις γι’ αυτό;
Απ: είμαι πολύ χαρούμενη που το βιβλίο μου έφτασε στην Κίνα. Ποτέ δεν φανταζόμουν ότι οι λέξεις, γεννημένες από μια μικρή καρδιά γεμάτη πόνο, θα ταξίδευαν σε ηπείρους και ωκεανούς…
«Δεν είναι σύνορα, είναι γέφυρες ανάμεσα σε ανθρώπινες καρδιές»
![]()
Ερ: βάρκες με πρόσφυγες και μετανάστες διασχίζουν καθημερινά τη Μεσόγειο. Τα τελευταία δύο χρόνια, η Κρήτη είναι η κύρια πύλη προς την Ευρώπη για αυτούς τους ανθρώπους. Υπάρχουν διαφορετικές φωνές για τη μετανάστευση. Ποιο είναι το μήνυμά σου;
Απ: το μήνυμα μου είναι απλό: όταν βλέπετε ένα μικρό σκάφος στη θάλασσα, μην σκέφτεστε μόνο τη λέξη «πρόσφυγες». Αυτοί είναι άνθρωποι, με πρόσωπα, ονόματα και όνειρα, όπως τα δικά σας. Κανείς δεν φεύγει εύκολα από το σπίτι ή τη χώρα του, και κανείς δεν επιλέγει τη θάλασσα, εκτός αν η στεριά γίνει αδύνατη. Έχω δει θάνατο στη θάλασσα και ξέρω πόσο σκληρό είναι να εγκλωβίζεσαι ανάμεσα στη ζωή και στο θάνατο, μόνο και μόνο επειδή αναζητάς ένα ασφαλές μέρος. Λέω λοιπόν σε όλους όσοι με ακούνε: μην αφήσετε τον φόβο ή την πολιτική να σας κάνει να ξεχάσετε την ανθρωπιά σας. Η Κρήτη και οι ακτές της Ευρώπης δεν είναι απλώς σύνορα μεταξύ ηπείρων, είναι γέφυρες ανάμεσα σε ανθρώπινες καρδιές. Αν ο καθένας από εμάς άπλωνε ένα χέρι αντί να απομακρυνθεί, το πρόσωπο του κόσμου θα μπορούσε να αλλάξει. Ελπίζω οι άνθρωποι να θυμούνται ότι η μετανάστευση δεν είναι έγκλημα, αλλά μια ανθρώπινη έκκληση για επιβίωση».
Image