Το ερώτημα αν ένα παιδί πρέπει να ξεκινήσει Αγγλικά ήδη από το Νηπιαγωγείο ή να περιμένει τη Β’ ή Γ’ Δημοτικού είναι διαχρονικό και απασχολεί πολλούς γονείς — ιδιαίτερα όσους εργάζονται σε απαιτητικές συνθήκες και αναζητούν σταθερότητα στην πορεία του παιδιού τους.
Σύμφωνα με παιδαγωγικές έρευνες, η ηλικία των 5 έως 7 ετών θεωρείται εξαιρετικά γόνιμη για την εισαγωγή μιας δεύτερης γλώσσας. Όχι επειδή το παιδί είναι πιο «ώριμο» γνωσιακά, αλλά επειδή είναι ανοιχτό στη γλωσσική εμπειρία ως φυσικό μέρος του κόσμου του.
Η προσέγγιση σε αυτή την ηλικία δεν είναι ακαδημαϊκή, αλλά βιωματική: τραγούδια, παιχνίδι, προφορική έκφραση, εικόνα και αφήγηση. Δεν υπάρχουν γραπτές εργασίες, ούτε απόπειρες γραφής πριν αποκτηθούν γερές βάσεις στη μητρική. Στόχος δεν είναι η «γρήγορη πρόοδος», αλλά η δημιουργία μιας θετικής σχέσης με τη γλώσσα.
Όπως και στην αστυνομική καθημερινότητα, η πρόληψη προηγείται της παρέμβασης.
Ένας σωστά σχεδιασμένος εκπαιδευτικός δρόμος ξεκινά νωρίς, πριν εμφανιστούν οι δυσκολίες – όχι για να επισπεύσει, αλλά για να χτίσει θεμέλια.
Τα σύγχρονα εκπαιδευτικά κέντρα που εξειδικεύονται σε αυτές τις ηλικίες δημιουργούν περιβάλλοντα βασισμένα στη νευροπαιδαγωγική, την αισθητηριακή εμπλοκή και τη διαδραστική τεχνολογία, ώστε η εκμάθηση να μην επιβάλλεται αλλά να ενσωματώνεται φυσικά στην καθημερινότητα του παιδιού.
Δείτε πώς εφαρμόζεται στην πράξη αυτή η προσέγγιση σε ένα από τα πλέον διακεκριμένα φροντιστήρια Ξένων Γλωσσών της χώρας, το The Scholars Group NAKOU, με: